Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΟΥ ΤΩΝ ΓΕΡΓΕΣΗΝΩΝ (Λουκ. 8, 26-39)

†ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ

(Διασκευή ὁμιλίας στή Λούτσα, στίς 25/10/1992)

 

1. Ἕνας συνταρακτικός διάλογος!

 

          Σήμερα ἀκούσαμε στό Εὐαγγέλιο γιά ἕναν ἄνθρωπο δαιμονισμένο.

Ἀκούσαμε ἀκόμη γιά τήν κατάσταση στήν ὁποία βρισκόταν ὁ ἄνθρωπος αὐτός καθώς καί γιά τό πῶς βλέπει ὁ Χριστός τά δαιμόνια καί τά δαιμόνια τόν Χριστό. Ἐπειδή ὁ Χριστός εἶναι τό φῶς τοῦ κόσμου, ὁ ὁδηγός μας, ὁ σωτήρας μας, ἔχουμε ἀνάγκη νά πάρουμε φῶς ἀπό τό δικό του φῶς. Καί νά διορθώσουμε τίς δικές μας σκέψεις μέ βάση τίς σκέψεις τοῦ Χριστοῦ. Καί νά κάνουμε τήν γνώμη μας καί τήν σοφία μας, ἄν ὑπάρχει, νά ἀκολουθοῦν τή γνώμη καί τήν σοφία τοῦ Χριστοῦ. Γιατί ὅ,τι εἶναι διαφορετικό ἀπό τήν γνώμη καί τή σοφία τοῦ Χριστοῦ, δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά μιά «ἐξυπνάδα» ἐντός εἰσαγωγικῶν, πού ὁδηγεῖ στήν καταστροφή καί συνεπῶς εἶναι ἀνοησία.

Ὁ δαιμονισμένος βρισκόταν σέ μιά κατάσταση ἐντελῶς ἔξαλλη.

Δέν ἔμενε στό σπίτι του, ἀλλά στά μνήματα τῶν νεκροταφείων. Πεθαμένος ἦταν, ἀφοῦ εἶχε μέσα του τόν διάβολο. Γι' αὐτό τοῦ ἄρεσε νά μένει στούς τόπους τοῦ θανάτου. Καί ὅταν κάθε τόσο τό δαιμόνιο τόν καταλάμβανε, πέταγε τά ροῦχα του καί ἔπαιρνε τά βουνά καί τά ὄρη. Ἔτρεχε ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχει ἡ ζωή τῶν ἀνθρώπων. Ἔτρεχε στά μέρη πού θυμίζουν τήν σιγαλιά τοῦ θανάτου.

Ἄν προσπαθοῦσε κανείς νά τοῦ κάνει μία ἀνάλυση θά ἔβλεπε ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτός εἶχε μέσα του συνεχή ταραχή.

Νά ὅμως μιά ἡμέρα πέρασε ἀπό ἐκεῖ ὁ Χριστός. Ὅταν τά δαιμόνια τόν εἶδαν, τρόμαξαν. Καί ἄρχισαν νά τοῦ φωνάζουν:

-Λυπήσου μας. Μή μᾶς βασανίσεις. Γιατί ἦλθες νά μᾶς τιμωρήσεις πρίν ἀπό τήν ὥρα μας;

Ρωτάει ὁ Χριστός:

-Ποιό εἶναι τό ὄνομά σου;

Καί ἀπαντοῦν:

-Τί ὀνόματα νά σοῦ ποῦμε; Λεγεώνας εἴμαστε.

«Λεγεώνας» σημαίνει ἕξη χιλιάδες. Ἀπορεῖ κανείς πῶς ἕξη χιλιάδες δαιμόνια, ἦταν μέσα σέ ἕναν ἄνθρωπο. Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι τά δαιμόνια εἶναι πνεύματα ὁπότε δέν ὑπάρχει θέμα χώρου.

Οἱ ἐχθροί λοιπόν τοῦ Χριστοῦ ἦταν ἕξη χιλιάδες. Ὁ Χριστός ἕνας.

Ἔχετε δεῖ ποτέ, παλληκάρι, ὅσο γερό καί ἄν εἶναι νά τά βάλει ταυτόχρονα μέ πέντε, μέ δέκα, μέ ἑκατό; Ἔστω καί ἄν ξέρει τίς καλύτερες τέχνες τῆς πάλης; Μέ ἕξη χιλιάδες, ποιός τολμάει νά τά βάλει; Καί ὅμως ἀδελφοί μου, ἕξη χιλιάδες δαιμόνια, βλέπουν τόν Χριστό ἀπέναντί τους καί τρέμουν. Τί σημαίνει αὐτό;

Σημαίνει ὅτι ὅλα τά δαιμόνια τοῦ κόσμου μαζί, εἶναι γιά τόν Χριστό ἕνα φύσημα. Καί παρακαλοῦσαν τόν Χριστό: «μή μᾶς στείλεις ἀπό τώρα στήν κόλαση». Τί φοβερά λόγια! Τά δαιμόνια φοβοῦνται τήν κόλαση. Καί τρέμουν τήν κρίση τοῦ Χριστοῦ, πού μιά μέρα θά γίνει. Καί κάποιοι ἄνθρωποι δέν φοβοῦνται τήν κόλαση. Καί κοροϊδεύουν τούς ἄλλους ὅταν τούς μιλᾶνε γιά τήν κόλαση. Δηλαδή ὑπάρχουν ἄνθρωποι πιό σκοτισμένοι ἀπό τά δαιμόνια. Πιό κουτοί ἀπό τά δαιμόνια.

 

2. Τελικά ποιός ἦταν ἄρρωστος;

 

Ὁ Χριστός διέταξε τά δαιμόνια νά φύγουν ἀπό τόν ἄνθρωπο. Ἐκεῖνα τόν παρεκάλεσαν:

-Ἐπίτρεψέ μας, ἀφοῦ μᾶς διώχνεις ἀπό τόν ἄνθρωπο αὐτό τοὐλάχιστον νά πᾶμε στά γουρούνια.

Ἦταν κεῖ πέρα ἕνα κοπάδι γουρούνια. Ὁ Χριστός τούς τό ἐπέτρεψε.

Τί βλέπουμε ἐδῶ; Τά δαιμόνια ἀφοῦ μπῆκαν στόν ἄνθρωπο καί τοῦ ἔκαναν τόσα κακά, ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα νά φύγουν, δέν σκέφτηκαν μέ πνεῦμα μετάνοιας, ἀλλά καί πάλι ἤθελαν νά κάνουν κάτι κακό. Μπῆκαν στά γουρούνια, τά παρέσυραν καί τά ἔκαναν νά πέσουν στή θάλασσα καί νά πνιγοῦν, γιά νά προκαλέσουν ζημιά.

Μετά ἀπό αὐτό, βλέπουμε κάποιους ἀνθρώπους σέ μιά κατάσταση χειρότερη ἀπό τά δαιμόνια! Οἱ ἰδιοκτῆτες τῶν γουρουνιῶν ἀφοῦ ἔμαθαν τά γεγονότα, ἔτρεξαν στό Χριστό. Ἀλλά ἀντί νά σταθοῦν μπροστά του μέ εὐλάβεια ἤ τουλάχιστον ὅπως στάθηκαν μπροστά του τά δαιμόνια, ἀντί νά τόν παρακαλέσουν νά πάει κοντά τους, γιά νά τούς εὐλογήσει, τόν παρακαλοῦν νά φύγει ἀπό τόν τόπο τους.

Δέν βλέπουν ὅτι ἕνας συνάνθρωπός τους, ἀδελφός τους, ἀπαλλάχτηκε ἀπό τήν κυριαρχία τοῦ διαβόλου. Βλέπουν μόνο τήν ζημία τους. Ἐπειδή ἡ καρδιά τους ἔχει γίνει χρῆμα, ἔχει πεθάνει ἡ ψυχή τους γιά τό καλό, γιά ἀγάπη, γιά αἰσθήματα, γιά συμπόνια. «Δέν μᾶς ἐνδιαφέρει», λένε, «χίλια χρόνια νά ἦταν δαιμονισμένος. Τά γουρούνια μας μετρᾶνε! Τά χρήματά μας!»

Ἐρώτημα: Αὐτή ἡ κατάσταση τῶν φαινομενικά ὑγιῶν, δέν ἦταν χειρότερη ἀπό τήν κατάσταση τοῦ δαιμονισμένου; Ἀφοῦ ἦταν χειρότερη ἀπό τήν κατάσταση τῶν δαιμονίων…

Τελικά ὁ Χριστός φεύγει ἀπό τόν τόπο ἐκεῖνο. Ἀλλά κοντά του, ἔχει κολλήσει κάποιος πού δέν θέλει νά τόν ἀποχωριστεῖ. Εἶναι ὁ πρώην δαιμονισμένος. «Ἱματισμένος καί σωφρονῶν». Ντυμένος τώρα, ἤρεμος καί πρᾶος, γεμάτος ἀπό ταπείνωση καί καλωσύνη. Πέφτει στά πόδια τοῦ Χριστοῦ καί τόν παρακαλεῖ:

-Χριστέ μου, κράτα με κοντά σου, μιά γιά πάντα. Δοῦλος σου νά εἶμαι. Ὅ,τι θέλεις νά κάνω. Μόνο νά εἶμαι κοντά σου.

Τοῦ ἀπαντάει ὁ Χριστός:

-Πήγαινε, γύρισε στό σπίτι σου καί διηγοῦ ὅσα σοῦ ἔκανε ὁ Θεός.

Βλέπομε ὅτι ἕνας ἄνθρωπος δέχθηκε εὐεργεσία. Καί αἰσθάνθηκε εὐγνωμοσύνη πού συνοδευόταν μέ διάθεση θυσίας γιά τόν εὐεργέτη του. «Νά μείνω κοντά σου, νά σέ ὑπηρετῶ». Τί γλυκειά πού εἶναι ἡ εὐγνωμοσύνη! Ἀλλά καί ὁ Χριστός μᾶς δείχνει τί πρέπει νά κάνουν οἱ εὐεργέτες. Γιατί δέν τοῦ λέει, «τρέξε νά μέ διαφημήσεις πού σ’ ἔκανα καλά», ἀλλά τοῦ λέει: «Πήγαινε καί νά διηγεῖσαι στόν κόσμο, αὐτά πού ἔκανε σέ σένα ὁ Θεός».

Κρύβει τόν ἑαυτό του καί διδάσκει τόν ἄνθρωπο νά τὄχει βαθειά στήν καρδιά του, ὅτι ὅλα τά καλά ὅσο καί ἄν φαίνεται ὅτι προέρχονται ἀπό τό χέρι κάποιου ἀνθρώπου, στήν πραγματικότητα προέρχονται ἀπό τόν Θεό.

Ἐσύ ἀδελφέ μου, ὅταν εὐεργετεῖς κάποιον καί σοῦ λέει: «Σ’ εὐχαριστῶ», τοῦ ἀπαντᾶς: «Ἐκεῖνος τά ἔκανε ὅλα;»

Καί ἔφυγε ὁ πρώην δαιμονισμένος, ὁ φόβος καί ὁ τρόμος τῶν ἀνθρώπων καί δίδασκε μέ ὅλη του τή δύναμη ἐκείνους πού ἔδιωξαν τόν Χριστό, τί τοῦ ἔκανε ὁ Θεός. Διδάσκοντάς μας, ὅτι γιά τόν Χριστό καί γιά τήν ὠφέλεια τῶν ἀνθρώπων πρέπει νά ἔχουμε τό στόμα μας ἀνοιχτό, τά λόγια μας πλούσια καί τήν ψυχή μας γεμάτη δύναμη, ἀγάπη, στοργή.

 

3. Δυό φωτογραφίες

 

Τό σημερινό Εὐαγγέλιο μᾶς δείχνει ἀκόμη τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος κοντά στό Χριστό καί τί μακρυά του. Μακρυά ἀπό τόν Χριστό ὁ δαιμονισμένος ἦταν γεμάτος ἀπό ταραχή. Πῶς τήν ἐκδήλωνε; Πετοῦσε τά ροῦχα του καί γυμνός ἔτρεχε στά μνήματα καί στά βουνά. Σέ μιά κατάσταση ἀθλία.

Ἀλλά ὑπάρχουν ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι δέν φαίνεται ὅτι ἔχουν δαιμόνιο, ἀλλά ἔχουν μέσα τους ἐνέργεια τοῦ διαβόλου. Γιατί τό φρόνημα τους εἶναι καταφρόνηση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ καί ἡ φροντίδα τους μόνο γιά τόν ἑαυτό τους καί τά ἐπίγεια.

Παράδειγμα: Ἕνας ἄνθρωπος δέν τρέχει στά μνήματα, ἀλλά κάνει μνῆμα τό σπίτι του. Γιατί συμπεριφέρεται ἔτσι πού κάνει γυναίκα, παιδιά, ἀδέρφια, γονεῖς νά κλαῖνε. Νά τούς λείπει ἡ χαρά. Νά μήν ἔχουν εἰρήνη. Καί ἄν κάνουν πώς τοῦ μιλάνε, ἔ, τότε γίνεται χειρότερος ἀπό δαιμόνιο. Φωνάζει, βρίζει, βλαστημάει.

Ἄλλοτε πάλι, κουβεντιάζουν κάποιοι καί τί βγάζουν ἀπό τό στόμα τους; Ὤ Θεέ μου! Νά μήν βρεθεῖ ἄνθρωπος κοντά τους. Τί αἰσχρότητες. Τί ἀπρέπειες. Τί πονηρίες! Πού μπροστά τους ἰλιγγιοῦν ἀκόμη καί τά δαιμόνια. Καί ἐκεῖνοι, χαχανίζουν. Καί συναγωνίζονται ποιός θά πεῖ τά χειρότερα λόγια.

Εἶναι πολύ ἄσχημο βέβαια νά γυρίζει ὁ ἄνθρωπος γυμνός σωματικά. Ἀλλά τό πιό φοβερό εἶναι νά εἶναι ψυχικά γυμνός καί ἀκόμη χειρότερα, ὄχι ἁπλῶς γυμνός ἀλλά ἀναίσθητος; Καί νά προκαλεῖ, μέ τήν ἀσέβεια, μέ τήν ἀδιαντροπιά, μέ τήν αἰσχρότητα πού δείχνει τούς πάντες;

Ἄς δοῦμε καί μιά ἄλλη εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου μακρυά ἀπό τόν Χριστό. Τά δαιμόνια, ἕξη χιλιάδες, φοβόντουσταν τόν Χριστό καί στεκόντουσταν μπροστά του προσοχή. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν φοβᾶται τόν Θεό, εἶναι πολύ χειρότερα ἀπό τό νά μή φοβᾶται… ὅλους τούς συνανθρώπους του καί νά μήν ντρέπεται κανένα, μάνα, πατέρα, ἀδέλφια, γυναίκα καί νά κάνει τά χειρότερα καί τά αἰσχρότερα. Γιατί ὁ Θεός εἶναι μεγαλύτερος ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους. Καί ὁ ἀναίσχυντος αὐτός ἄνθρωπος, λέει εἰρωνίες καί κάνει ἐξυπνάδες μπροστά σέ μεγάλους καί σέ μικρούς, δολοφονώντας ψυχές. Τί θά ἀπολογηθεῖ ἐνώπιον τοῦ φοβεροῦ δικαστηρίου τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως;

Ὁ ἄνθρωπος κοντά στό Χριστό πῶς εἶναι;

Ὅταν ὁ πρώην δαιμονισμένος ἔγινε καλά, ἔκατσε «παρά τούς πόδας τοῦ Ἰησοῦ, ἱματισμένος καί σωφρονῶν». Γεμάτος ἠρεμία. Τί σημαίνει ἠρεμία; Ἠρεμία σημαίνει ὅ,τι δύσκολο καί λυπηρό καί ἄν συμβεῖ, ἐγώ ἔχω μέσα μου γαλήνη. Φωνάζει ὁ ἄλλος, γκρινιάζει, βρίζει, μέ ἀδικεῖ; Ξέρω νά ἔχω μέσα μου εἰρήνη καί γαλήνη. Πόσο διαφέρει ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἀπό ἐκεῖνον πού γίνεται σβούρα τοῦ διαβόλου; Πού ὅταν τοῦ δώσει μιά ἀφορμή νά θυμώσει γίνεται ἐκτός ἑαυτοῦ.

Ὁ ἄνθρωπος κοντά στό Χριστό δέν εἶναι σβούρα πού παίρνει ἀνάποδες, οὔτε φύλλο πού τό φυσάει ὁ ἄνεμος. Εἶναι βράχος μέσα στή θάλασσα. Ὁρμοῦν τά κύματα πάνω του ἀλλά κάθε κύμα τόν πλένει περισσότερο. Καί ὅταν βγεῖ ὁ ἥλιος λάμπει καί ἀστράφτει περισσότερο. Γι' αὐτό οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι πού τοῦ δημιουργοῦν τά προβλήματα, ὅταν ἡσυχάσουν, λένε: «Τί θαυμάσιος ἄνθρωπος πού εἶναι αὐτός! Πόσο διαφέρει ἀπό ἐμᾶς!»

Ἀκόμη ὁ ἄνθρωπος κοντά στό Χριστό γίνεται κοινωνικός. Πού σημαίνει: Ἐγώ, τό ξέρω ὅτι δέν εἶμαι ἀναμάρτητος καί ξέρω ἀκόμα ὅτι καί ὁ ἄλλος εἶναι ἴδιος μέ μένα. Ἐγώ, γιά νά γίνω καλύτερος, γιά νά ὑπομείνω τήν προσβολή πού μοῦ ἔκαναν, χρειάζεται νά κάνω ἀγώνα σκληρό. Καί ἔχοντας αὐτογνωσία, μαθαίνω νά καταλαβαίνω τούς ἄλλους. Γι' αὐτό γίνομαι συμπαθέστερος, ἀνθρωπινότερος. Καί ἀγαπώντας τούς ἄλλους τούς κατανοῶ καί τούς συγχωρῶ. Καί παρακαλῶ τόν Θεό νά τούς βοηθήσει νά γίνουν καλύτεροι.

Αὐτή εἶναι ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ. Αὐτό μᾶς συμβουλεύει νά κάνουμε ὁ Χριστός γιά νά φεύγουμε ἀπό τά ἔργα καί τό φρόνημα τοῦ διαβόλου. Ἄς μιμούμεθα λοιπόν τό παράδειγμα τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἁγίων του. Ἀμήν.-