ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ Δ ΟΙΚ. ΣΥΝΟΔΟΥ (Ματθ. 5, 14-19)

†ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ

(Διασκευή ομιλίας στο Νέο Γοργόμυλο, στις 14/7/1996)

 

1. Φανερές και αφανείς ευεργεσίες

 

            Κάθε φορά που αρχίζουμε μία ιερά ακολουθία, λέμε τα λόγια: «Ευλογητός ο Θεός ημών πάντοτε νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων». Και όταν την τελειώνουμε, δοξάζουμε τον Χριστό με τα λόγια: «Δόξα σοι, Χριστέ ο Θεός η ελπίς ημών, δόξα σοι». Τον δοξάζουμε και πρέπει να τον δοξάζουμε, κάθε ώρα και κάθε στιγμή. Γιατί είναι ο Δημιουργός μας. Αυτός μας έφερε στον κόσμο. Και αυτός μας χάρισε όλα όσα έχουμε και απολαμβάνουμε. Εάν θελήσει κανείς να μετρήσει τις ευεργεσίες του Θεού, θα πρέπει να πει ότι μοιάζουν με τα κύματα της θάλασσας. Όσο μπορεί να μετρήσει κανείς τα κύματα, που χιλιάδες χρόνια συνεχίζονται ακατάπαυστα, άλλο τόσο μπορεί να μετρήσει και τις ευεργεσίες του Θεού στον κάθε ένα μας χωριστά. Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς; Τι να πρωτοδεί;

            Η μεγαλύτερη ευεργεσία είναι ότι μας έφερε στη ζωή. Ότι μας έδωσε το σώμα το τόσο τέλεια φτειαγμένο. Για τί να πει κανείς; Για την αρμονία του σώματος; Για το μάτι που βλέπει χρώματα και τόσα πράγματα μικρά και μεγάλα; Για το αυτί που ακούει τους ήχους; Για τη γλώσσα και το λαρύγγι να γεύονται και διαμορφώνουν την φωνή; Για τα άλλα μέλη εσωτερικά και εξωτερικά που συνεργάζονται τόσο τέλεια και έχουν ποικίλες λειτουργίες; Για τους μηχανισμούς καθαρισμού του αίματος, για την άμυνα στα μικρόβια και τις αρρώστιες; Τι να πούμε για το μυαλό, με το οποίο ο άνθρωπος δημιούργησε αυτόν τον υπέροχο τεχνικό πολιτισμό με τα απίστευτα επιτεύγματά του;

            Πολλές λοιπόν είναι οι δωρεές του Θεού. Κανείς δεν μπορεί να τις κατανοήσει σε όλο το βάθος τους. Γι' αυτό στη Θεία Λειτουργία ευχαριστούμε τον Κύριο «υπέρ των φανερών και των αφανών ευεργεσιών του, των εις ημάς γεγενημένων». «Αφανών», σημαίνει αυτών που δεν ασχοληθήκαμε ποτέ να τις δούμε και να τις καταλάβουμε. Και όμως υπάρχουν.

            Όπως π.χ. ένα παιδάκι δεν καταλαβαίνει τις ευεργεσίες του πατέρα του, γιατί είναι απερίσκεπτο. Δεν έχει ακόμη την ικανότητα να καταλάβει τι σημαίνει ευεργεσία. Ούτε φυσικά καταλαβαίνει πόσο μεγάλη ευεργεσία είναι η στοργή και η αγάπη του πατέρα και της μητέρας. Βέβαια υπάρχει κάποια ακόμη πιο μεγάλη ευεργεσία που όταν είμαστε μικρά παιδιά, τη θεωρούμε βάρος και ενόχληση. Και την εκτιμάμε μόνο στην ώριμη ηλικία η καμιά φορά στη γεροντική. Είναι οι συμβουλές του πατέρα και της μητέρας μας.

 

2. Χαρά ναι, αλλά κατά το θέλημα του Θεού

 

            Αλλά αδελφοί μου ξέρετε τι κακό γίνεται με μας; Τα δώρα του Θεού τα θεωρούμε δικά μας και κοιτάζουμε να τα απολαύσουμε έξω από το θέλημα του Θεού. Και έτσι κάνουμε μία αδικία κατά του Θεού, δηλαδή μία αμαρτία.

            Δεν μας έδωσε ο Θεός το σώμα για να φροντίζουμε μόνο πώς να ευχαριστηθούμε σωματικά. Και να μη μας ενδιαφέρει αν είναι νόμιμα ή παράνομα. Αλλά πρέπει με το σώμα μας να γνωρίζουμε τον Θεό, να τον λατρεύουμε, να τον τιμάμε.

            Λέγει ο απόστολος Παύλος: Η κοιλιά έχει προορισμό να δέχεται τα φαγητά, να τα χωνεύει, για να συντηρούμεθα. Η σύνεση επιβάλλει στον άνθρωπο να τρώει υγιεινά και δυναμωτικά φαγητά, για να έχει υγεία και δυνάμεις. Τι διαστροφή, να κάνουμε το φαγητό μία σκέτη ηδονή και την κοιλιά θεό. Και το σώμα, συνεχίζει ο απόστολος Παύλος, «ου τη πορνεία, αλλά τω Κυρίω». Δεν το έχουμε το σώμα για να το ευφραίνουμε με παράνομες σχέσεις και με αμαρτίες. Αλλά είναι για να βαδίζει προς τον Χριστό. Και τότε ο Χριστός έρχεται να αγιάσει το σώμα.

            Όλα όσα μας έδωσε ο Θεός μπορούμε να τα απολαμβάνουμε μέσα στα όρια που έβαλε ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός. Την χρήση των φαγητών για παράδειγμα την καθορίζει η νηστεία της Εκκλησίας μας.

            Ας πάρουμε τη νηστεία της Τετάρτης και της Παρασκευής. Γιατί νηστεύουμε; Για να πούμε στο Χριστό «ευχαριστώ». Όχι μόνο γιατί μας δημιούργησε και μας έβαλε σ’ αυτόν τον ωραίο κόσμο, αλλά και γιατί ήλθε στη γη και σταυρώθηκε για μας ημέρα Παρασκευή. Γιατί; Επειδή ξεχνάμε ποιό είναι το θέλημα του Θεού και κάνουμε του κεφαλιού μας. Δηλαδή πράξεις αντίθετες στο άγιο θέλημά του και πέφτουμε χαμηλά.

            Εμείς αν μας «φταίει» μία λαγήνα, την σπάζουμε. Έτσι και ο Χριστός είχε δικαίωμα να «μας δώσει μιά» και να μας συντρίψει. Αλλά αντί να μας συντρίψει, ήλθε στον κόσμο και σύντριψε τον εαυτό Του. Όταν ένας πατέρας θέλει να συνετίσει τα παιδιά του τα δέρνει. Ο επουράνιος Πατέρας μας, βλέποντάς μας άμυαλους, ήλθε στον κόσμο για να φάει ο ίδιος το ξύλο που έπρεπε να φάμε εμείς. Και μας έδωσε την δυνατότητα να τρώμε το άγιο σώμα του και το τίμιο αίμα του, για να καθαριζόμαστε. Να ελευθερωνόμαστε από την αμαρτία. Να αποκτάμε την αληθινή ζωή. Να έχουμε το σώμα μας για τον Κύριο και να έρχεται ο Χριστός να μένει στο σώμα μας με την αγία Κοινωνία.

            Τι κρίμα ένας άνθρωπος να έχει την δυνατότητα να έχει μέσα στη καρδιά του τον Χριστό και να κοιτάζει να χορτάσει με ψευτοφαγητά και με ψευτοηδονές, προσωρινά πράγματα του κόσμου τούτου, άξια να τα περιφρονεί, γιατί είναι «του λεπτού και της στιγμής» πράγματα.

 

3. Μακάριοι όσοι είναι στην Εκκλησία

 

            Ο Χριστός σαν μεγαλύτερη ευεργεσία προς τα παιδιά Του, έφτειαξε και τοποθέτησε στον κόσμο την Εκκλησία του. Η οποία είναι συνεχής υπόμνηση της σχέσης που πρέπει να έχουμε με τον Θεό. Όταν κτυπάει η καμπάνα, λέει ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, μας φωνάζει ο Θεός:

            -Αδάμ, Αδάμ, πού είσαι; Γιατί κρύβεσαι παιδί μου; Έλα κοντά στον Πατέρα σου.

            Τι ταλαιπωρία να ακούει ένας άνθρωπος την καμπάνα, και να γυρίζει από το άλλο πλευρό! Κάθε φορά που ακούμε την καμπάνα έπρεπε να κάνουμε το Σταυρό μας και να λέμε: «Δόξα σοι Κύριε. Κράτησέ με κοντά σου, στην Εκκλησία σου». Και κάθε Κυριακή που γίνεται η δοξολογία του Κυρίου να ερχόμαστε όσο το δυνατόν πιο ενωρίς, για να βρεθούμε περισσότερο κοντά στο Χριστό. Να ακούσουμε την υμνωδία και να δεχθούμε δια των χειρών του ιερέως την ευλογία του Χριστού. Αν το κάναμε, πόσο καλύτερα θα είμαστε και πόσο θα γέμιζε η καρδιά μας με την χάρη, την χαρά και την ειρήνη που δίνει ο Χριστός.

            Μέσα στην Εκκλησία, την ώρα της Λειτουργίας, γίνεται η ανάμνηση της θυσίας του Χριστού. «Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν», λέγει ο ίδιος ο Χριστός. Όταν γίνεται η μεγάλη είσοδος, νομίζουμε πως είμαστε στην ώρα που ο Χριστός είναι πάνω στο Σταυρό και τον παρακαλεί ο ληστής: «Μνήσθητί μου Κύριε εν τη Βασιλεία σου». Και ακούμε τον ιερέα να εύχεται: «Μνησθείη ημών Κύριος εν τη Βασιλεία αυτού πάντοτε». Εκείνη την στιγμή κάνουμε το Σταυρό μας και περιμένουμε να ακούσουμε: «Αμήν λέγω σοι, σήμερον μετ’ εμού έση εν τω Παραδείσω». Και όσο πιο πολύ πηγαίνουμε κοντά στο Χριστό, τόσο πιο πολύ θα ακούμε αυτή την ευλογημένη φωνή Του.

            Επίσης μέσα στην Εκκλησία θυμόμαστε και τη δευτέρα Παρουσία Του. Όλα μάς λένε ότι ο Χριστός έρχεται. «Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Μερικοί άνθρωποι όταν ακούνε ότι θα έλθει πάλι ο Χριστός τους πιάνει τρόμος.

            Γιατί; Ο πρώτος λόγος είναι ότι επειδή δεν έχουμε σωστή τοποθέτηση απέναντί Του, απέναντι στα πλάσματά του, απέναντι στα έργα του, και απέναντι στον εαυτό μας φοβόμαστε. Έπειτα έχουμε κάνει μια παρανόηση. Πιστεύουμε ότι ο Χριστός την ημέρα της δευτέρας Παρουσίας θα ρθει για να μας τιμωρήσει. Εκείνος που σταυρώθηκε για μας αδελφοί μου, δεν θα ρθει για να μας τιμωρήσει, αλλά για να μας παραλάβει στην Βασιλεία Του. Και γι' αυτό πρέπει να Τον περιμένουμε με χαρά και ειρήνη. Η μεγαλύτερη χαρά για τους χριστιανούς θα είναι η ημέρα που θα ακουστεί το σάλπισμα του αγγέλου. Και θα δούμε να κατεβαίνουν τα τάγματα των αγίων για να μας παραλάβουν και να πάμε στον ουρανό να ενωθούμε για πάντα με τον Χριστό.

            Μακάριοι οι άνθρωποι που ευλογούν το όνομά Του στην Εκκλησία Του. Μακάριοι οι άνθρωποι που είναι βαπτισμένοι στο όνομα του Χριστού. Μακάριοι οι άνθρωποι που κοινωνούν το σώμα και το αίμα Του. Όσο περισσότερες φορές, τόσο καλύτερα. Όσο με πιο καλή προπαρασκευή, τόσο καλύτερα. Μακάριοι οι άνθρωποι που κάνουν πόλεμο εναντίον της αμαρτίας. Όσο λιγότερες αμαρτίες κάνουμε, τόσο καλύτερα. Όσο περισσότερα «Κύριε ελέησον», όσο περισσότερη προσευχή τόσο καλύτερα. Και όταν ο άνθρωπος κάθε Παρασκευή λέει: «Θα κάνω λίγη νηστεία για την δόξα του Χριστού», γι' αυτόν τον άνθρωπο, ο Θεός θα πάρει ένα σφουγγάρι και θα σβύσει τις αμαρτίες του.

            Οι άγιοι Πατέρες της Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου που σήμερα γιορτάζουμε, μας κήρυξαν με τις αποφάσεις τους, ότι Θεός και Κύριος είναι ο Ιησούς Χριστός. Και εμείς τους δοξάζουμε λέγοντας: «Υπερδεδοξασμένος ει Χριστέ ο Θεός, ο φωστήρας επί γης τους Πατέρας ημών θεμελιώσας». Έκανες τους Πατέρες μας φωστήρες πάνω στη γη. Δηλαδή κοιτάζουμε τα έργα τους και παίρνουμε φως. Ας πούμε ένα πολύ απλό πράγμα από τον βίο του αγίου Αθανασίου. Κάποια φορά είχε πάει στην έρημο και συνάντησε τον άγιο Αντώνιο, που όλη την ημέρα προσευχόταν για την ψυχή του και για τον κόσμο. Ο άγιος Αθανάσιος πήρε την κανάτα και του έριξε νερό να πλύνει τα χέρια του. Από τότε σε όλη του τη ζωή έλεγε: «Με αξίωσε ο Θεός και έχυσα λίγο νερό στα χέρια του αγίου Αντωνίου, για να πλυθεί. Και τη στιγμή εκείνη που πλενόταν ο άγιος Αντώνιος αισθανόμουνα ότι με το ίδιο νερό και με τα δικά του χέρια, πλενόταν η ψυχή μου».

            Αν ο άγιος Αθανάσιος, θεωρούσε τόσο ωφέλιμο αυτό το τιποτένιο πράγμα, πόσο θα πρέπει να φλέγεται η ψυχή μας να κάνουμε και εμείς καλές πράξεις, να βοηθάμε τους αδελφούς μας στο όνομα του Χριστού;

Να πάρουμε και εμείς την απόφαση να ζούμε εν Χριστώ. Να τον ευχαριστούμε για τις ευεργεσίες του. Να τηρούμε το θέλημά του. Να μην σφετεριζόμαστε τα χαρίσματα Του, το σώμα μας και τα άλλα δημιουργήματα για κακό. Αλλά να τα χρησιμοποιούμε πάντοτε για το καλό. Ας θυμηθούμε τους αγίους Πατέρες μας που βρίσκονται στην χαρά και στην απόλαυση του Παραδείσου. Σε εκείνα που ετοίμασε για μας ο Θεός. Και ας θυμηθούμε ότι η ζωή έχει γέννηση, έχει ανάπτυξη, έχει νειάτα που μπορεί ο άνθρωπος να απολαύσει και να νομίσει ότι χορταίνει τη ζωή του, αλλά έχει και κατάπτωση και γεράματα και θάνατο.

            Η σκέψη να ζει κανείς για να απολαύσει τον κόσμο είναι μάταιη. Γιατί από τα επίγεια δεν χόρτασε κανείς.

            Να μας φωτίζει ο Θεός να βλέπουμε την πραγματικότητα και να τηρούμε με πιστότητα το άγιο το θέλημά του. Αμήν.-