Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΧΑΡΑ (Μάρκ. 15, 43-47 καί 16, 1-8)
†ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ
(Διασκευή ὁμιλίας στόν Ὠρωπό, στίς 7/5/1995).
1. Ἡ χαρά τῶν ἁγίων
Τά πρῶτα λόγια πού εἶπε ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστός μετά τήν ἀνάσταση ἦταν τό «χαίρετε». Συγκινούμεθα βαθειά. Ὅλοι μας ποθοῦμε νά ἔχουμε στή ζωή μας χαρά. Ὅλοι ἀγωνιζόμαστε νά βροῦμε χαρά. Κανένας δέν θέλει τήν λύπη. Παρά ταῦτα, πρέπει νά προσέξουμε, γιατί κάτω ἀπό τό ὄνομα «χαρά», κρύβονται χίλιες δυό ἀπομιμήσεις της. Ὁ ἄνθρωπος ἐπί παραδείγματι, αἰσθάνεται χαρά ὅταν κάνει τό καθῆκον του. Αἰσθάνεται χαρά καί ὅταν συμπεριφέρεται στόν ἄλλο μέ ἐγωισμό, ὅταν τόν ταπεινώνει. Αἰσθάνεται χαρά ὅταν θυμώνει. Αἰσθάνεται χαρά ὅταν ἱκανοποιεῖ τά πάθη του, ὅποια καί ἄν εἶναι.
Καί τό ἐρώτημα: Εἶναι ποτέ δυνατόν αὐτή ἡ χαρά νά εἶναι ὑγιής; Ἀφοῦ εἶναι ἔκφραση καταστάσεως πού ὅλοι τήν καταλαβαίνουμε, τουλάχιστον ὅταν τήν βλέπουμε στούς ἄλλους, ὅτι εἶναι κατάσταση νοσηρή. Εἶναι δυνατόν ποτέ, ἄρρωστο πράγμα νά δίνει ὑγιή χαρά;
Γι' αὐτό ὁ Κύριος ὅταν ἀνέστη ἐκ νεκρῶν εἶπε τό «χαίρετε». Γιά νά μᾶς ὑποδείξει ὅτι πρέπει νά ψάχνουμε γιά τήν ἀληθινή χαρά.
Μᾶς λέει τό Εὐαγγέλιο, ὅτι «ἔσπασε» ἡ καρδιά τοῦ ἅγιου καί δίκαιου Ἰωσήφ, τοῦ ἀπό Ἀριμαθαίας, ὅταν ὁ Χριστός, παρέδωκε τό πνεῦμα του καί πέθανε κατά τό ἀνθρώπινο πάνω στό Σταυρό. Δέν μποροῦσε οὔτε νά τό σκεφθεῖ, πώς εἶναι δυνατόν νά τόν ἀφήσει νά μείνει κρεμασμένος στό Σταυρό, ἄταφος. Καί πῆγε στόν Πιλάτο, «τολμήσας», μετά ἀπό τόσο μίσος πού εἶχαν δείξει οἱ Ἑβραῖοι ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ. Πῆρε τό θάρρος ἤ καλύτερα ἔδειξε τόν ἡρωισμό, νά πάει στόν Πιλάτο καί νά τόν παρακαλέσει νά πάρει τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Κινδύνευε νά βρεῖ τόν μπελά του, ἄν τόν ἔπιαναν. Καί ὅταν ἀποκαθήλωναν τόν Κύριο καί τόν τοποθετοῦσαν στό μνημεῖο, οἱ μεγάλοι αὐτοί ἀπόστολοι Ἰωσήφ καί Νικόδημος, θρηνοῦσαν τόν Χριστό.
Ὅμως, ὅταν κάνει ὁ ἄνθρωπος τό καθῆκον του, αἰσθάνεται χαρά. Ἅγία. Γλυκειά. Εἰρηνική. Καί προπαντός ἀκαταίσχυντη. Δέν ἔχει νά ντροπιαστεῖ ἀπό κανένα. Δέν μπορεῖ κανείς νά τοῦ παρατηρήσει ὅτι εἶναι ἔκφραση πάθους. Ὅτι κεῖνο πού τήν γέννησε εἶναι σιχαμερό. Εἶναι χαρά ἁγία. Τό ἴδιο λέγει τό Εὐαγγέλιο γιά τίς μυροφόρες.
Τί λέει ἡ πεῖρα μας; Κλαίει τό παιδί τόν πατέρα του... Κλαίει, πονάει, ἀλλά ταυτόχρονα τελειώνοντας, ἔχει χαρά. «Ἔκανα τό καθῆκον μου σωστά», λέει, καί γεμίζει ἀπό εἰρήνη. Ἡ χαρά αὐτή προέρχεται ἀπό τόν πόνο. Πονεμένος, τήν ἔχεις. Ὄχι τραγουδώντας, οὔτε γλεντώντας, οὔτε ἡδονιζόμενος. Ἀλλά εἶναι χαρά, εἰρηνική, ἤρεμη, γλυκυτάτη.
Ὑπάρχει βέβαια ἡ χαρά τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλά ὅταν τήν δοκιμάζεις, ἀμέσως μετά γεμίζεις ταραχή.
Ἔκανες τήν ἁμαρτία, καί γεμίζεις ταραχή…
2. Γιά ποιά χαρά μιλᾶμε;
Ποτέ δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅτι ὑπάρχει χαρά πού φέρνει ταραχή.
Καί ὑπάρχει χαρά πού φέρνει εἰρήνη καί γαλήνη καί ἠρεμία. Ἡ μία, εἶναι ἡ χαρά πού μᾶς τήν δίνει ἡ ὑπακοή στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἄλλη εἶναι ἡ χαρά τῶν παθῶν σώματος καί ψυχῆς. Καί ξέρετε ἀδελφοί ἕνα παράξενο πράγμα; Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δοκιμάσει τήν χαρά τήν πνευματική, δέν τοῦ χρειάζεται πιά χαρά σωματική. Εἶναι ἱκανοποιημένος. Δέν τόν ἀπασχολεῖ τί φαΐ θά φάει, γιά νά τό γλεντήσει τό φαΐ. Δέν τόν ἀπασχολεῖ ἡ παράνομη ἡδονή. Δέν θέλει νά ταπεινώσει τόν ἄλλο ἄνθρωπο γιά νά αἰσθανθεῖ χαρά. Δέν ἔχει καμιά ὄρεξη νά πάει νά γλεντήσει στά νυχτερινά κέντρα. Ἔχει μέσα του χαρά. Δέν ζητάει χαρά.
Καί ἔχει χαρά, εἴτε εἶναι μόνος του εἴτε εἶναι παρέα μέ ἀνθρώπους. Εἴτε εἶναι νηστικός, εἴτε εὑρίσκεται σέ μία παρέα καί εὐφραίνονται. Εἴτε ἔχει πένθος, εἴτε ἔχει γάμο, εἴτε ἔχει ὁποιοδήποτε ἄλλο γεγονός στή ζωή του.
Ἀντίθετα, ἡ ἁμαρτία δημιουργεῖ στήν ψυχή καί στή συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου ταραχή, καί ἡ ταραχή ξεσπάει, φωνάζει. Καί κάνει τόν ἄνθρωπο θλιμένο καί πικραμένο. Νά μήν τοῦ ἀρέσει τίποτα. Ἀπό κεῖ καί πέρα, ὁ ἄνθρωπος μή ξέροντας τί τοῦ φταίει, ἔστω καί ἄν παριστάνει τόν ἔξυπνο καί τόν μορφωμένο, προσπαθεῖ νά σβύσει τόν στεναγμό τῆς ψυχῆς του, μέ τόν θόρυβο καί μέ τή συνεχή ἀπασχόληση. Τραγούδια, ραδιόφωνο, τηλεόραση, ντόρο, τρέξιμο. Μέ ἕνα καί μοναδικό σκοπό. Νά ξεχάσει τήν φωνή τῆς συνειδήσεώς του πού τοῦ λέει: «Δέν ἔχεις δικαίωμα νά ἔχεις χαρά, γιατί τά ἔργα σου δέν εἶναι καλά». Καί ὅσο πιό πολύ, ἀναζητεῖ τήν χαρά στήν ἁμαρτία, τόσο περισσότερο στενάζει ἡ ψυχή του καί ψάχνει νά βρεῖ μεγαλύτερη ἁμαρτία, γιά νά σιγάσει τόν πόνο τῆς ψυχῆς του.
3. Γεμάτο πορτοφόλι, ἄδεια καρδιά
Καί τό ἀποτέλεσμα; Βλέπουμε στόν σύγχρονο κόσμο, ὅτι μερικοί ποδοπάτησαν καί ἰσοπέδωσαν τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί τή συνείδηση καί τρέχουν καί κάνουν ἁμαρτίες. Ποῦ ὅμως χαρά; Πουθενά! Καί διαβάζουμε στίς ἐφημερίδες, ὅτι νεαρά παιδιά, πού τά δίδαξαν οἱ γονεῖς τους καί τό περιβάλλον τους, ὅτι δέν εἶναι τίποτα ἡ πορνεία καί τά ὁποιαδήποτε ἄλλα αἰσχρά πάθη, εἶναι δυστυχισμένα. Καί ἄς λένε μερικοί χαζογέροντες: «Ρέ τρελλά πού εἶναι τά παιδιά σήμερα. Σήμερα δένουν τά σκυλιά μέ τά λουκάνικα. Νά ἤμουν ἐγώ νεαρός...» Ὤ ταλαίπωρε γέρο πού πού δέν ἔχεις κουκούτσι μυαλό, γι' αὐτό ἤθελες νά εἶσαι νεαρός σήμερα;»
Καί τί γίνονται οἱ νεαροί; Παρότι ἔχουν ὅλη τήν ἐλευθερία νά κάνουν ὅτι θέλουν, ἀκοῦμε κάθε τόσο αὐτοκτονίες νέων παιδιῶν. Ποιά παιδιά εἶναι αὐτά; Ἐκεῖνα πού πηγαίνουν στήν Ἐκκλησία; Ἐκεῖνα πού συμβουλεύονται τούς ἱερεῖς; Ἐκεῖνα πού κάνουν τό καθῆκον τους; Ἀκούσατε ποτέ νά αὐτοκτόνησε κανένα ἀπό αὐτά τά παιδιά;
Καί γιατί αὐτοκτονοῦν; Τό ἐξηγοῦν τά ἴδια σέ γραπτά τους.
Αἰσθάνονται: «ἄδεια». Ποιός αἰσθάνεται ἄδειος, ἀπογοητευμένος, ἀπελπισμένος; Ἕνα παιδί εἴκοσι χρονῶν. Γιατί; Γιατί ἄδειασε τήν καρδιά του καί τήν ψυχή του μέ τήν ἁμαρτία. Ἐνῶ ὁ Χριστός μᾶς εἶπε: «Χαίρετε, ἐν Κυρίῳ». «Χαίρετε», μέ τήν ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως, μέ τήν ἐλπίδα τῆς αἰώνιας ζωῆς καί μέ τήν ἐκπλήρωση τοῦ καθήκοντος ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ καί ἀπέναντι τοῦ πλησίον.
Γιά νά πράξει κανείς τό καθῆκον του ἀπέναντι τοῦ πλησίον καί τοῦ ἑαυτοῦ του καί τοῦ Θεοῦ, ἔχει ἀνάγκη ἀπό πίστη. Πίστη στόν Χριστό. Γι' αὐτό, μᾶς διδάσκει ἡ Ἁγία Γραφή: «ὅποιος ἐπικαλεσθεῖ τό ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ θά σωθεῖ». Τό εἶπαν καί τό κήρυξαν οἱ ἀπόστολοι μπροστά σέ ὅλους τούς ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων. «Αὐτός πού ἐσταυρώθη καί ἀπέθανε, εἶναι ὁ σωτήρας τοῦ κόσμου. Καί ὅποιος ἐπικαλεστεῖ τό ὄνομά του καί τοῦ εἰπεῖ: «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησέ με τόν ἁμαρτωλό», θά σωθεῖ».
Θά σωθεῖ καί σ’ αὐτή τή ζωή γιατί θά γεμίσει ἡ καρδιά του γαλήνη, εἰρήνη, χαρά. Χαρά μόνιμη καί ἀκαταίσχυντη. Θά σωθεῖ καί ἐκεῖ στήν αἰώνια ζωή, γιά νά χαίρεται ἀτελεύτητα μαζί μέ τούς ἀγγέλους καί τούς ἁγίους.
4. Ἡ ἀνάσταση καί οἱ μάρτυρές της
Πηγή ἀληθινῆς χαρᾶς εἶναι ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Καί δυναμώνει τήν ἀπόφασή μας νά κάνουμε ὅτι πρέπει γιά τόν Χριστό καί γιά τήν ψυχή μας.
Πέθανε ὁ Χριστός στό Σταυρό. Ὅμως δέν ἔμεινε στόν τάφο. Γιά νά μᾶς ἀποδείξει ὅτι δέν τελειώνει ἐδῶ ἡ ζωή. Ἀλλά θά ἀναστηθοῦμε καί θά ζήσουμε στήν αἰώνια ζωή. Ἀκούσατε κανένα πεθαμένο νά ἀναστηθεῖ ποτέ; Ἄν σᾶς πεῖ κανένας, «ξέρεις ἀναστήθηκε ὁ παπποῦς μου ἤ ἡ γιαγιά μου ἤ ὁ θεῖος μου» τό πιστεύετε ποτέ;
Τότε, πῶς μιλᾶμε γιά τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ;
Τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ οἱ ἀπόστολοι δέν τήν ἔγραψαν ἀπό κάποιες ψεύτικες ἐντυπώσεις τους. Τόν εἶδαν τόν Χριστό ὁλοζώντανο μπροστά τους, μετά ἀπό τήν ἀνάστασή του. Πρώτη, δεύτερη, τρίτη ἡμέρα. Σαράντα ἡμέρες τόν ἔβλεπαν συνεχῶς. Ἐρώτημα: Μπᾶς καί μᾶς λένε ψέματα; Μήπως ἀπατοῦν;
Ἔ, πῶς νά μᾶς ἀπατοῦν εὐλογημένε. Ὅλοι γιά τήν δόξα καί γιά τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ σφαγήκανε. Ἀπό τούς δώδεκα ἀποστόλους, ὁ μόνος πού πέθανε φυσικό θάνατο, ἦταν ὁ Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Ἀλλά καί αὐτός ὑπέφερε τά πάντα. Ὅλοι οἱ ἄλλοι ὑπέμειναν σταυρό, μαρτύρια, κρέμασμα, σφαγή μέ ξίφος. Μποροῦν νά λένε ψέματα ἐκεῖνοι πού σφάζονται γιά κάτι πού πιστεύουν; Δέν εἶναι δυνατόν ποτέ;
Ἐρώτημα δεύτερον: Οἱ ἀπόστολοι λένε ὅτι τόν εἶδαν τόν Χριστό καί τόν ψηλάφησαν. Μήπως ἀπατήθηκαν; Μήπως δέν κατάλαβαν καλά; Ἀπάντηση: Τά συναισθήματα πού ἔχω στήν καρδιά μου, μποροῦν νά μέ ἐπηρεάσουν καί νά κάνω λάθος. Τό ἴδιο καί οἱ ἰδέες πού ἔχω στό μυαλό μου. Ἀλλά ὅ,τι πιάνω μέ τά χέρια μου, ξέρω μέ βεβαιότητα τί εἶναι. Σίδερο, ξύλο, φωτιά πού καίει. Αὐτά, τά χειροπιαστά, δέν εἶναι ἰδέες γιά νά κάνω λάθος εἶναι συγκεκριμένα πράγματα. Καί κάτι ἀκόμη: δέν εἶναι ἕνας ἄνθρωπος πού μαρτυρεῖ γιά τήν ἀνάσταση. Δώδεκα ἀπόστολοι μαζί τόν εἶδαν τόν Χριστό. Μποροῦν νά ἀπατηθοῦν δώδεκα ἄνθρωποι μαζί; Μήπως τό περίμεναν; Δέν τό περίμεναν!
Κάποια ἄλλη φορά πού τόν εἶδαν, ἦταν πεντακόσιοι μαζί. Πεντακόσιοι ἄνθρωποι μαζί, κάνανε λάθος; Καί κουβέντιασαν μαζί του καί ἔφαγαν. Βάλανε τά χέρια τους στήν πλευρά του. Ἀγκάλιασαν τά πόδια του καί τά φίλησαν. Πῶς εἶναι δυνατόν νά κάνουν λάθος; Οὔτε ἀπατοῦν οἱ ἀπόστολοι οὔτε ἀπατήθηκαν.
Τί μένει; Εἶναι ἀληθινά ὅσα λένε γιά τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ.
Καί σήμερα, ἔχουμε τούς ἀνθρώπους πού πίστευσαν στήν ἁγία ἀνάσταση. Ὁ ἅγιος Νεκτάριος πίστευσε σωστά στήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί στήν αἰώνια ζωή καί γι' αὐτό κάνει θαύματα. Ὁ ἅγιος Γεράσιμος στήν Κεφαλληνία, γιά τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί τήν αἰώνια ζωή, μπῆκε σ’ ἕνα ὑπόγειο σπήλαιο. Καί ἔζησε χρόνια πολλά. Πῶς ἔζησε; Γεμάτος εἰρήνη καί χαρά, προσευχόμενος πρός τόν Χριστό. Ἦταν πιό εὐτυχισμένος ἀπό ἐκείνους πού γλεντᾶνε στά νυχτερινά κέντρα. Καί μέχρι σήμερα, ὄχι μόνο θαύματα κάνει, ἀλλά τά δαιμόνια τόν τρέμουν.
Ἄς καταλάβουμε πόσο ἀδικοῦμε τόν ἑαυτό μας, πού ἀναζητοῦμε τήν χαρά ὄχι στήν ἀνάσταση, ὄχι κοντά στόν Χριστό, σύμφωνα μέ τίς ἐντολές του, ἀλλά μακρυά ἀπό τόν Χριστό καί στήν ἁμαρτία.
Καί ἄς τόν παρακαλέσουμε, νά μᾶς φωτίζει καί νά μᾶς συνετίζει, νά ἐπικαλούμεθα τό τό ὄνομά του τό ἅγιο ὄχι τυπικά, ἀλλά οὐσιαστικά. Τό «Κύριος», νά τό λέμε ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς μας. Καί τό «ἐλέησόν με», νά τό λέμε μέ κατάνυξη. Παρακαλώντας τόν Χριστό νά μᾶς στείλει τήν χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματός του, νά μᾶς φωτίσει, νά μᾶς καθαρίσει, νά μᾶς ἁγιάσει, νά γεμίσει τήν καρδιά μας εἰρήνη καί χαρά. Ἀμήν.-