ΤΟ ΜΕΓΑ ΔΕΙΠΝΟ (Ματθ. 22, 1-14)
†ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ
(Διασκευή ὁμιλίας στή Λούτσα, στίς 4/9/1988)
1. Ἡ μεγαλύτερη γιορτή τοῦ κόσμου
Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι τό πιό γλυκό πράγμα, γιά ὅλους ἀνεξαιρέτως τούς ἀνθρώπους ὅλων τῶν ἐποχῶν. Καί ὄχι μόνο γι’ αὐτούς πού πᾶνε στήν Ἐκκλησία, ἀλλά καί ἐκείνους πού δέν πηγαίνουν. Γιά ὅλους, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ πιό γλυκειά λέξη πού ἀκούγεται στό αὐτί. Τό πρόβλημα λοιπόν, δέν εἶναι ἄν κανείς θέλει τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τόν Παράδεισο, ἀλλά πῶς φτάνει ἐκεῖ.
Ἐκεῖνο πού πρέπει νά προσέξουμε, εἶναι ὅτι τό σημερινό Εὐαγγέλιο μᾶς λέει ὅτι ὁ Παράδεισος, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, δέν εἶναι ἕνας τόπος. Δηλαδή ἕνα ὄμορφο περιβόλι, μέ ὡραῖα λουλούδια πού θά ἀπολαμβάνομε τό ἄρωμά τους καί μέ γλυκεῖς καρπούς πού θά γεμίζουμε τό στομάχι μας. Ἀλλά μᾶς λέει ὅτι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι σχέση καί ἐπικοινωνία μέ τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό.
Ἕνας ἄνθρωπος, εἶπε ὁ Χριστός ἔκανε ἕνα μεγάλο δεῖπνο, μιά μεγάλη ἑορτή. Γιατί ἔκανε τόν γάμο τοῦ υἱοῦ του. Καί ἐκάλεσε πολλούς.
Ἡ σχέση μας μέ Αὐτόν πού μᾶς καλεῖ καί μέ Ἐκεῖνον πού κάνει τόν γάμο Του, αὐτό εἶναι ὁ Παράδεισος.
Γι' αὐτό ἀκριβῶς, ὅταν παρακαλοῦμε τόν Χριστό νά ἀναπαύσει τούς κεκοιμημένους, εὐχόμαστε: «Ἀνάπαυσέ τους Κύριε ὅπου ἐπισκοπεῖ τό φῶς τοῦ προσώπου σου. Ὅπου νἆναι Χριστέ μου. Ἀρκεῖ, ἐκεῖ πού θά βρίσκονται, νά ἔχουν τήν μεγάλη χαρά νά βλέπουν τό πρόσωπό σου. Νά εἶναι σέ ἐπικοινωνία μέ σένα». Γιατί ὅποιος βρίσκεται σέ ἐπικοινωνία μέ τόν Χριστό, ἔχει τόν Παράδεισο. Καί ὅποιος βρίσκεται ἀποκομμένος ἀπό τόν Χριστό καί σ’ αὐτή τή ζωή ἔχει κόλαση καί στήν ἄλλη θά ἔχει κόλαση.
Θά ἔχει γιά πάντα κόλαση.
Γιατί; Ἡ ἀπάντηση εἶναι πολύ ἁπλή. Γιατί ὁ Χριστός εἶναι ὁ Θεός. Ὁ Χριστός εἶναι ἡ πηγή τῆς χαρᾶς, τῆς εἰρήνης, τῆς γαλήνης, ὅλων τῶν ἀγαθῶν. Καί ὅποιος βρίσκεται σέ ἐπικοινωνία μέ τόν Χριστό, παίρνει φῶς ἀπό τό φῶς τοῦ προσώπου του, ἁρπάζει ἀγάπη ἀπό τήν ἀγάπη του, καλωσύνη ἀπό τήν καλωσύνη του, εἰρήνη ἀπό τήν εἰρήνη του καί γεμίζει χαρά καί εὐτυχία.
Μᾶς λέγει λοιπόν τό Εὐαγγέλιο, ὅτι ὁ Θεός ἑτοιμάζει ἕνα μεγάλο δεῖπνο τήν ἡμέρα πού θά γίνει ὁ γάμος τοῦ Υἱοῦ του. Ποιός εἶναι ὁ γάμος τοῦ Υἱοῦ του;
Ἡ δευτέρα Παρουσία του. Τότε πού θἄρθει ὁ Χριστός. Τότε θά εἶναι ἡ ἐνδοξότερη ἡμέρα τοῦ Χριστοῦ. Γι' αὐτό λέμε: «Καί πάλιν ἐρχόμενον μετά δόξης». Καί λέμε τήν ἡμέρα αὐτή «γάμο τοῦ Υἱοῦ» γιατί τότε ὅσων ἀνθρώπων βρεῖ καθαρές τίς ψυχές τους, θά τίς ἑνώσει μέ τόν ἑαυτό του, θά τίς πάρει τόσο κοντά του, ὅσο ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, μόνο μέ μιά εἰκόνα μποροῦμε νά τό περιγράψουμε. Μέ τόν γάμο. Γιατί καμιά ἕνωση δέν εἶναι τόσο στενή, σάν τόν γάμο.
Παίρνει ὁ ἄνδρας μία γυναίκα, ἡ γυναίκα ἕναν ἄνδρα, γιά νά εἶναι ἑνωμένοι γιά πάντα σωματικά καί ψυχικά. Καί ἑνώνουν τίς καρδιές τους, τούς πόθους τους, τά πάντα.
Κατά τόν ἴδιο τρόπο ἐκείνη τήν ἡμέρα ὁ Χριστός θά ἑνώσει τούς δούλους του, ἐκείνους πού θά εὕρει ἀξίους του μέ τόν ἑαυτό Του γιά πάντα.
Αὐτή ἀκριβῶς εἶναι ἡ μεγάλη ἡμέρα τοῦ γάμου τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού θά εἶναι ἡ μεγαλύτερη χαρά γιά ὅλο τόν κόσμο. Καί καλεῖ σ’ αὐτή τήν ἑορτή ὅλους τούς ἀνθρώπους.
2. Νευρωτική ἀντίδραση
Τί εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι; Ἕνα μάτσο χάλια...
Ἔ, λοιπόν ἀδελφοί μου, ἐμᾶς πού εἴμαστε κάπως ἔτσι, ἤ καλύτερα πού καταντήσαμε ἔτσι, γιατί ὁ Θεός μᾶς ἔφτειαξε γιά νά εἴμαστε ἄγγελοι, μᾶς καλεῖ ὁ Κύριος στό γάμο του, στό ἐπισημότερο γεγονός.
Πόσο μᾶς τιμᾶ!
Ἔστειλε λοιπόν ὁ οἰκοδεσπότης τούς ὑπηρέτες του νά νά καλέσουν τούς κεκλημένους. Δηλαδή ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἀλλά ἐκεῖνοι δέν ἔδειξαν ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον. Γιατί; Γιατί εἶχαν δουλειές. Εἶχε κολλήσει τό μυαλό τους στά πρόσκαιρα. Ὁ ἕνας εἶχε τίς ἐπιχειρήσεις του, ὁ ἄλλος εἶχε τό γλέντι του, ὁ ἄλλος τά οἰκογενειακά του καί ἔτσι βρῆκαν ὅλοι ἀπό μιά πρόφαση.
Ἀξιολόγησαν τά πράγματα καί εἶπαν: «Θά ἀφήσω τό γάμο νά πάω γιά πουρνάρια;» Καί μετά ἔκαναν τήν σκέψη: «κάλλιο πέντε καί στό χέρι, παρά δέκα καί καρτέρει». Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, εἶπαν, εἶναι «δέκα καί καρτέρει». Ἐνῶ τώρα ἔχω μπροστά μου τά ἀγαθά μου καί τίς δουλειές μου πού μοῦ δίνουν ψωμί. Γι' αὐτό ἄς εἶναι Κυριακή, ὥρα προσευχῆς, ἐγώ δέν πρόκειται νά ἀφήσω τίς ἀσχολίες μου καί νά τρέξω στήν Ἐκκλησία.
Ἔτσι οἱ καλεσμένοι προτίμησαν, λέει τό Εὐαγγέλιο, κάτι τό ἐπίγειο περισσότερο ἀπό τόν Χριστό. Ἀλλά μπροστά ἀπό τόν Χριστό δέν πρέπει νά βάζουμε ποτέ τίποτα. Οὔτε τά πιό ἔντιμα καί τά πιό καλά πράγματα.
Ἀκούσαμε ἀκόμη ὅτι οἱ ἄνθρωποι πού ἀρνήθηκαν νά πᾶνε στό γάμο, ἔκαναν καί κάτι ἄλλο. Ἔπιασαν τούς ὑπηρέτες τοῦ Χριστοῦ, πού τούς καλοῦσαν καί ἄλλους τούς ἔδειραν καί ἄλλους τούς σκότωσαν.
Τί σημαίνει αὐτό; Ἐμεῖς ὅταν βλέπουμε κάποιον ἄνθρωπο νά φέρεται μέ ἀσέβεια λέμε. «Αὐτός εἶναι νευρωτικός;»
Γιατί; Μά τί τοῦ ἔφταιγε ὁ ὑπηρέτης πού τόν καλοῦσε στό γάμο καί τόν ἔδειρε; Γιατί τόν σκότωσε; Ἁπλά ἐπειδή προτιμοῦσε κάτι ἄλλο ἀπό τόν Χριστό. Καί ἡ πρόσκληση τόν ἀναστάτωσε. Γιατί τοῦ ἔδειξε ὅτι βαδίζει λάθος δρόμο.
Ἔτσι λοιπόν καί σήμερα, κάθε ἄνθρωπος πού ἔχει βάλλει κάτι ἄλλο πιό μπροστά ἀπό τόν Χριστό, ὅταν ἀκούγεται τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδή τόν καίει ἡ συνείδησή του, ἐπειδή δέν ἀγαπάει τόν Χριστό ὅσο πρέπει καί δέν τόν προτιμάει, ἀρχίζει νά φωνάζει.
Βρίζει, βλαστημάει, λέει πώς δέν ὑπάρχει Χριστός, ὅτι δέν εἶναι τίποτα ὁ Παράδεισος κτλ. Τί μᾶς λένε αὐτά; Ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἐπειδή ἄφησε τόν Χριστό, κατάντησε σέ μιά κατάσταση νευρωτική.
Κάτι τέτοια πρέπει νά τά προσέχουμε πολύ. Καί ὁ κάθε ἄνθρωπος νά προσπαθεῖ μέ ἐντελῶς θετικό, ἤρεμο καί γαλήνιο τρόπο νά λέει: Τί εἶναι ὁ Χριστός; Τί εἶμαι ἐγώ; Ποιά σχέση μπορῶ νά ἔχω ἐγώ μέ τόν Χριστό; Μιά ἀπό τίς δυό:
Ἤ τόν ἀγαπάω καί τόν ἀκολουθῶ καί τόν λατρεύω καί τηρῶ τό θέλημά του,
ἤ λέω: «Εἶμαι ἀνάξιος, εἶμαι ἁμαρτωλός καί ὁ Θεός νά μέ βοηθήσει νά ρθῶ καί ἐγώ κοντά του, στό δρόμο του».
Ἀλλά ἐπειδή τά λόγια «εἶμαι ἀνάξιος, εἶμαι ἁμαρτωλός» εἶναι ταπεινά, ποῦ μᾶς ἀφήνει ὁ ἐγωισμός νά τά ποῦμε;
3. Νά ἐξασφαλίσουμε ἔνδυμα γάμου
Ὅταν οἱ καλεσμένοι δέν ἦρθαν, ὁ Χριστός ἔστειλε ἄλλους δούλους καί κάλεσαν ὅσους βρῆκαν μπροστά τους. «Νά γεμίσει τό σπίτι μου θέλω, εἶπε. Φέρτε τους ὅλους».
Πρῶτα εἶχε καλέσει μαθητές του.
Μετά τούς Ἑβραίους γιά νά γίνουν καί αὐτοί «ἀπόστολοι». Πράγμα πού σημαίνει: κάθε φορά πού ἕνας ἄνθρωπος ἔχει πάρει πρόσκληση ἀπό τόν Χριστό γιά νά συμμετάσχει στό δεῖπνο Του, πρέπει νά γίνεται καί λιγάκι «ἀπόστολος». Νά παίρνει δηλαδή τό θάρρος νά μιλάει, νά συμβουλεύει, νά ὁδηγεῖ στό Χριστό.
Οἱ Ἑβραῖοι δέν θέλησαν νά κάνουν αὐτό τό ἔργο καί γι' αὐτό ἐγκατέλειψαν τόν Χριστό ὁ ὁποῖος κάλεσε τά ἔθνη.
Ὅταν πλέον γέμισε τό σπίτι, παρουσιάστηκε ἐκεῖ ὁ Χριστός. Στάθηκε ἀνάμεσά τους. Καί εἶδε ἕναν ἄνθρωπο πού δέν εἶχε «ἔνδυμα γάμου». Τοῦ εἶπε:
-Πῶς μπῆκες ἐδῶ χωρίς ἔνδυμα γάμου;
Ἕνα παράδειγμα γιά νά τό καταλάβουμε καλύτερα: Πηγαίνει κανείς σέ κηδεία μέ κόκκινα ροῦχα; Ποτέ. Ἀκόμη καί ἄν δέν ἔχει πένθιμα, μαῦρα, βάζει κάποια κορδέλα ἤ μιά τσεμπέρα. Γιατί ἔτσι πρέπει.
Κατά τόν ἴδιο τρόπο ὅταν πήγαιναν στούς γάμους φοροῦσαν ροῦχα ἑορταστικά. «Ἔνδυμα γάμου». Ὅπως γίνεται σήμερα.
Ποιό εἶναι τό «ἔνδυμα γάμου»;
Ἀπάντηση: Ἡ μετάνοια, ἡ ἐξομολόγηση, ἡ Θεία Κοινωνία. Καί ὅλα τά ἔργα τῆς πίστης.
Γιατί δέν λέμε ἁπλῶς «ἡ νοσταλγία, ὁ πόθος νά πᾶμε στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ»;
Γιατί αὐτό τόν πόθο τόν ἔχουν καί ἐκεῖνοι πού εἶναι βουτηγμένοι στήν ἁμαρτία. Ἀλλά ἄν μείνουν στήν ἁμαρτία, δέν τούς ὠφελεῖ ὁ καλός αὐτός πόθος. Γι' αὐτό πᾶνε καί ἐξομολογοῦνται. Καί ἀγωνίζονται νά μήν ξαναεπαναλάβουν τά ἴδια ἁμαρτήματα. Ἔπειτα κοινωνοῦν, καί καθαρίζουν ὁλόκληρο τόν ἑαυτό τους μέ τό ἅγιο σῶμα καί μέ τό ἅγιο αἷμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Καί ἐμεῖς, τό ἴδιο πρέπει νά κάνουμε. Νά φροντίζουμε νά παίρνουμε τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ ἀξίως, γιατί θυμᾶστε τί λέει ἕνα τροπάριο τῆς θείας Μεταλήψεως: «Τοῦ δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ, σήμερον Υἱέ Θεοῦ κοινωνόν με παράλαβε».
Ἐρχόμαστε στήν Ἐκκλησία καί κοινωνοῦμε, γιά νά γίνουμε ἄξιοι, νά πάρουμε τό ἔνδυμα τοῦ γάμου. Καί τήν ἡμέρα πού θά γίνει ἡ δευτέρα Παρουσία, νά βρεθοῦμε ἀνάμεσα στούς ἐκλεκτούς καλεσμένους. Νά ἀξιωθοῦμε νά σταθοῦμε σέ κάποιο τόπο πού νά ἐπισκοπεῖ τό φῶς τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ. Γιατί ὅπου θά βλέπουμε τό πρόσωπό του καί θά εἴμαστε σέ στενή ἐπικοινωνία μαζί του, εἶναι καλά.Ὅπου δέν ἐπισκοπεῖ τό φῶς τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἄσχημα.
Γι' αὐτό, ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά νά πᾶμε στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, εἶναι νά ἐπικαλούμεθα τόν Χριστό. Πρῶτα νά καλλιεργοῦμε τόν ἑαυτό μας νά Τόν πιστεύουμε ὅτι εἶναι σωτήρας, λυτρωτής, εὐεργέτης μας καί νά Τόν ἐπικαλούμεθα. Ὅσο μποροῦμε περισσότερο. Μέ τίς προσευχές: «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς», «Ἅγιος ὁ Θεός, ἅγιος ἰσχυρός, ἅγιος ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς» «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». Καί μέ διάφορες ἄλλες προσευχές.
Τά λόγια αὐτά ἄς μείνουν στήν ψυχή μας γιά νά μᾶς βοηθήσουν νά συμμετάσχουμε στό μέγα Δεῖπνο τοῦ Χριστοῦ. Ἀμήν.-