fruits

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΛΕΠΡΩΝ (Λουκ. 17, 12-19)

+ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ

(Διασκευή ὁμιλίας στήν Ἁγία Εἰρήνη Πρεβέζης, στίς 16/1/2005)

 

1. Ἡ ρίζα τῆς ἀποστασίας

 

Ἀκούσαμε σήμερα στό Εὐαγγέλιο, ὅτι ἐνῶ ὁ Χριστός ἦταν στή Γαλιλαία καί περνοῦσε ἔξω ἀπό τήν Καπερναούμ, ἐκεῖ, σέ κάποιο σημεῖο, ἔτρεξαν νά Τόν βροῦν δέκα λεπροί. Δέκα ἄντρες πού ἔπασχαν ἀπό μιά φοβερή ἀρρώστια, ἐπώδυνη, πού διαλύει τόν ἄνθρωπο σωματικά, τόν ἀπομονώνει κοινωνικά καί τόν φέρνει σέ μιά κατάσταση ὀδυνηρότατη.

Καί αὐτοί στάθηκαν «πόρρωθεν», στάθηκαν μακριά ἀπό τόν Χριστό.

Οἱ λεπροί, στήν Παλαιά Διαθήκη, εἶναι εἰκόνα τῶν ἀνθρώπων πού εἶναι ἀπομακρυσμένοι ἀπό τόν Θεό. Ἔχουν τήν μεγαλύτερη ἀνάγκη, ἀλλά στέκουν μακριά. Ὅσο πιό πολύ ἀνάγκη ἔχουν τόν Θεό καί τούς δούλους Του, τούς παπάδες καί τό ὄργανο τῆς σωτηρίας καί τοῦ ἁγιασμοῦ τοῦ κόσμου, τήν ἐκκλησία, τόσο πιό πολύ μακριά στέκουν.

Εἶναι βέβαια μιά τραγωδία νά τό σκέφτεται κανείς, ἀλλά εἶναι ἡ θλιβερή πραγματικότητα. Καί ὅσο πιό μακριά στέκουν, τόσο πιό πολύ ἔντονα, δυνατά, κραυγαλέα τό φωνάζουν ὅτι τό κακό μέσα τους, στήν καρδιά τους, εἶναι χειρότερο ἀπό ἐκεῖνο πού εἶναι στά μέλη τοῦ σώματός τους, στά μυαλά τους καί σέ ὁτιδήποτε ἄλλο. Ὅσο πιό βαθύ εἶναι τό κακό μέσα σέ ἕνα ἄνθρωπο, τόσο πιό μακριά στέκει ἀπό τήν ἐκκλησία καί ἀπό τούς ἱερεῖς, ἐκτελεστές τῆς διαθήκης καί τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου.

 

2. Τό «εὐχαριστῶ» βγαίνει ἀπό καρδιά μέ περιεχόμενο

 

Ἔτσι λοιπόν πῆγαν καί αὐτοί οἱ δέκα λεπροί, καταλαβαίνοντας τήν κατάστασή τους, ὅτι κάτι δέν πάει καλά. Ἤ μᾶλλον ἐπειδή ἡ κακή τους κατάσταση ἦταν στό σῶμα τους καί τήν ἔβλεπαν καί τήν ψηλαφοῦσαν καί τήν αἰσθανόντουσταν στό πετσί τους, καταλάβαιναν ὅτι ἔχουν ἀνάγκη θεραπείας. Καί πῆγαν πρός τόν Χριστό καί Τοῦ φώναζαν: «Ἰησοῦ, Υἱέ Δαυΐδ, ἐλέησον ἡμᾶς». Λυπήσου μας, ἐλέησέ μας.

Τούς ἀπάντησε ὁ Χριστός ὅπως ἐπιβαλλόταν: «Πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτούς τοῖς ἱερεῦσι». Γιά νά γίνετε καλά, πηγαίνετε ἐκεῖ πού εἶναι τό ὄργανο τῆς σωτηρίας. Ἐκεῖ πού εἶναι οἱ ἁρμόδιοι νά σᾶς βοηθήσουν νά βρεῖτε τόν δρόμο τῆς σωτηρίας. «Πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτούς τοῖς ἱερεῦσι». Καί οἱ ἄνθρωποι ξεκίνησαν νά πᾶνε στό Ναό τοῦ Σολομῶντος, γιά νά δείξουν τόν ἑαυτό τους στούς ἱερεῖς.

«Καί ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτούς ἐθεραπεύθησαν», σωματικά. Ἔγιναν ὑγιεῖς.

Ἀλλά ὅσο ἀδελφοί μου, ἕνας ἄνθρωπος εἶναι σωματικά ἤ ψυχολογικά ἄρρωστος καί ἔχει πόνους, στενοχώριες, λύπες, τόσο πιό πολύ τήν βλέπει τήν κατάστασή του, τήν ψηλαφᾶ. Τήν αἰσθάνεται τήν ἀρρώστια γιατί τόν πονάει καί ζητάει κάτι. Ὅταν ὅμως γλυτώσει ἀπό αὐτές τίς δύσκολες καταστάσεις πού τόν βασανίζουν καί πού εἶναι τῆς ψηλαφητῆς φύσης, εἴτε δηλαδή τοῦ σώματος, εἴτε τῶν συναισθημάτων, τότε φαίνεται, πόσο κούφιος εἶναι ἀπό μέσα.

«Καί ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτούς ἐθεραπεύτησαν» Τότε ἕνας ἀπό αὐτούς, γύρισε πίσω καί ἔψαχνε νά βρεῖ τόν Χριστό καί Τόν βρῆκε, γιά νά τοῦ πεῖ ἕνα «εὐχαριστῶ» Σέ Σένα τό χρωστάω πού ἔγινα καλά! Ἐσύ μοῦ τό ἔκανες!

Τί εἶναι ὁ Χριστός;

Ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἱδρυτής τῆς ἐκκλησίας. Εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, πού κατέβηκε στόν κόσμο. Καί τόν ἔκανε ὁ Πατέρας Του Ἀρχιερέα, γιά νά θεραπεύσει τίς ἀσθένειές μας. Καί ἀπό τήν ἱεροσύνη Του, μεταδίδει τήν ἡμέρα τῆς χειροτονίας καί σέ μᾶς κάτι. Καί μᾶς δίνει ἐξουσία νά κάνουμε ἐκεῖνα πού χρειάζονται γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου.

Γύρισε, λοιπόν, αὐτός ὁ λεπρός, πῆγε στόν μεγάλο ἱερέα, στήν πηγή τοῦ κάθε καλοῦ, τῆς κάθε εὐλογίας, στήν πηγή τῆς σωτηρίας, στόν Σωτήρα μας Χριστό, καί τοῦ εἶπε: «Εὐχαριστῶ!» «Εὐχαριστῶ!» «Εὐχαριστῶ!»

Ρώτησε ὁ Χριστός: «οὐχί καί οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν;» Δέν γίνατε καλά καί οἱ δέκα; «Οἱ δέ ἐννέα ποῦ;» Γιατί ἀπουσιάζουν, ποῦ εἶναι; Γιατί δέν γύρισαν πίσω; «Οὐχ εὑρέθησαν» δέν βρῆκαν τόν δρόμο; Νά ρθοῦνε νά ποῦνε καί αὐτοί ἕνα «εὐχαριστῶ»;

Λέγει ἕνας μεγάλος Ψυχολόγος καί ἐρευνητής τοῦ ἔσω κόσμου τοῦ ἀνθρώπου. Τό «εὐχαριστῶ!» εἶναι ἔκφραση ἀγάπης. Ἄν δέν τόν ἀγαπᾶς, ἄν δέν τόν ἀγαπήσεις ἐκεῖνον πού σοῦ ἔκανε τό καλό, δέν τοῦ λές «εὐχαριστῶ».

Ὅσο πιό πολύ «εὐχαριστῶ» λέει ἕνας ἄνθρωπος, τόσο πιό πολύ ἀγάπησε ἐκεῖνον, πού τοῦ ἔκανε τό καλό.

Χωρίς ἀγάπη ὁ ἄνθρωπος, τί εἶναι; Λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «ἐάν κάνω ἐκεῖνο τό μεγάλο πνευματικό κατόρθωμα, καί ἐκεῖνο, καί τό ἄλλο -καί «μετράει» χίλια δύο καλά- ἄν δέν ἔχω ἀγάπη, γέγονα χαλκός ἠχῶν ἤ κύμβαλον ἀλαλάζον» Τότε, σέ ὅλα ὅσα κάνω καί λέω, εἶμαι ἕνας παλιοτενεκές. Τίποτε περισσότερο. Ἕνας παλιοτενεκές ἄδειος πού μόνο βροντάει.

 

3. Τά «μέσα» νά εἶναι πιό ὄμορφα

 

Ἡ ὀμορφιά λοιπόν τοῦ ἀνθρώπου, δέν εἶναι στά ἔξω.

Ἡ ὀμορφιά τοῦ ἀνθρώπου δέν εἶναι ἡ ὑγεία τοῦ σώματος, ἡ εὐρωστία!

Θυμάστε ἕνα μεγάλο πολιτικό, στίς Ἰνδίες, τόν Γκάντι; Κάποια φορά, εἶχε πάει ἕνας λεβέντης, ὀμορφόπαιδο καί κουβέντιαζε μαζί του. Ἀλλά τόν ἔβλεπε ὁ Γκάντι ὅτι εἶχε μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό του, γιά τά σωματικά του χαρίσματα, τό ὄμορφο πρόσωπό του, τά δυνατά μπράτσα του, τό ὡραῖο του χαμόγελο. Τοῦ λέγει, λοιπόν: «Πολύ ὡραῖο εἶσαι παιδί μου, πολύ ὡραῖο παιδί εἶσαι»

Ἀγαλλίασε ἡ καρδιά τοῦ νεαροῦ, ὅταν τό ἄκουσε, ὅπως συνήθως συμβαίνει στά παιδιά τῆς ἡλικίας του, ὅταν ἀκοῦνε ἐπαίνους καί μάλιστα ἀπό τόσο σπουδαῖα πρόσωπα.

Ἀλλά ὅταν τόν εἶδε ὁ Γκάντι ὅτι τό δέχτηκε, τοῦ πρόσθεσε μέ ἔμφαση: «Ξέρεις ὅμως παιδί μου, τά «μέσα» πρέπει νά εἶναι πιό ὄμορφα ἀπό τά «ἔξω». Ἄνθρωπος ἀληθινός εἶναι ἐκεῖνος, πού τά «μέσα» τά ἔχει πιό ὄμορφα ἀπό τά ἔξω».

Μήπως ὑπάρχει κανένας πού δέν τοῦ ἀρέσει αὐτή ἡ κουβέντα; Ὅλοι τό πιστεύουμε ὅτι ἡ ἀληθινή ὀμορφιά τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἐκείνη πού εἶναι «μέσα», στήν ψυχή.

 

4. Ὁ Χριστός πηγή ἀληθινῆς ὀμορφιᾶς

 

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος, λέει ὁ Χριστός, ἔχει ἀπό «μέσα» ὀμορφιά, ἀπό τόν ὄμορφο ἐσωτερικό του κόσμο βγαίνουν χίλια καλά. Καί ὅταν μέσα του εἶναι βρῶμα, ἀπό τήν καρδιά του, ἀπό τόν ἔσω κόσμο, βγαίνουν χίλιες δυό δυσωδίες.

Γι’ αὐτό ὁ Κύριος μᾶς συμβουλεύει: «Φροντίζετε νά κάνετε, ὅσο μπορεῖτε πιό καθαρή τήν καρδιά σας, νά εἶναι κατοικία τοῦ Πατέρα σας τοῦ Ἐπουράνιου, κατοικία τοῦ Χριστοῦ, κατοικία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».

Νά εὐωδιάζει, νά μοσχοβολάει ὁ ἄνθρωπος, ὄχι ἀπό ἀρώματα, ἀλλά ἀπό τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀπό τήν ὀμορφιά τοῦ ἐσωτερικοῦ του κόσμου.

Γι’ αὐτό ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία Του στόν κόσμο. Γι’ αὐτό ἦρθε ὁ Χριστός «στήν γῆ νά περπατήσει, γιά νά μᾶς καλοκαρδίσει». Τί ὡραῖα πού τά λένε τά κάλαντα! Λές καί εἶναι ὕμνος τῶν Ἀγγέλων! Βγῆκε στήν γῆ νά περπατήσει γιά νά μᾶς καλοκαρδίσει. Νά μᾶς διδάξει, νά μᾶς βοηθήσει νά κάνουμε καλή καρδιά, ἀφοσιωμένη στό καλό, γεμάτη μέ τό καλό, μέ ὄρεξη γιά τό καλό.

Ὅμως, ἀδελφοί μου, αὐτά τά πράγματα τά μαθαίνει ὁ ἄνθρωπος μόνο κοντά στόν Χριστό. Ἐκεῖ μαθαίνουμε τήν ἀγάπη, τήν θυσία, τήν καλοσύνη, τήν ὑπομονή, τήν συμπόνια!

Ὅσο πιό πολύ φεύγει ὁ ἄνθρωπος ἀπό τόν Χριστό, τό μόνο πού μαθαίνει, τό μόνο πού ψάχνει νά βρεῖ, εἶναι θύματα. Θύματα γιά νά τά σφάξει, καί νά τά θυσιάσει γιά τίς σαρκικές του ὀρέξεις, γιά τήν πλεονεξία του, γιά τίς ἀπόψεις του, γιά χίλια δυό, τά ὁποῖα γέμισαν τόν κόσμο βρῶμα!

Νά εὐχόμαστε καί νά παρακαλοῦμε τόν Χριστό, νά μᾶς φωτίζει νά βρίσκουμε τόν δρόμο, νά ψάχνουμε γιά τόν δρόμο Του, νά εἴμαστε, συνεχῶς, ὅλο καί περισσότερο κοντά Του, στό φῶς, στήν ἀλήθεια, στήν εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. ΑΜΗΝ!