fruits

Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΚΟΡΗΣ ΤΟΥ ΙΑΕΙΡΟΥ (Λουκ. 8, 41-56)

†ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ

(Διασκευή ὁμιλίας στήν Παντάνασσα, στίς 29/10/1989)

 

1. Μεγάλα τά κατορθώματα τῆς πίστης

 

            Σήμερα ἀκούσαμε γιά δύο θαύματα τοῦ Χριστοῦ.

Ἰάτρευσε μία γυναίκα πού ἔπασχε ἀπό ἕνα πολυχρόνιο νόσημα καί ἀνέστησε μία κοπέλα νεκρή. Αὐτό μᾶς δείχνει ὅτι ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ἔχει δύναμη. Καί ἡ δύναμή του εἶναι πάνω στή φύση, στό θάνατο καί στόν Ἅδη. Δηλαδή ἐκεῖ ἀκριβῶς πού χρειάζεται.

Ὁ Χριστός, λέει τό Εὐαγγέλιο, πήγαινε στό σπίτι τοῦ Ἰάειρου, ὁ ὁποῖος τόν εἶχε παρακαλέσει καί τοῦ εἶχε πεῖ:

-Ἡ κόρη μου, δώδεκα χρονῶν εἶναι ἕτοιμη νά πεθάνει. Ἔλα νά τήν θεραπεύσεις.

Ἐνῶ πήγαινε στό σπίτι καί τόν ἀκολουθοῦσε πολύς κόσμος γιά νά δεῖ ἄν θά γίνει τό θαῦμα, ἄν θά τήν θεραπεύσει, μία γυναίκα πλησίασε ἀπό πίσω καί ἔπιασε κάποια ἄκρη ἀπό τό ροῦχο του.

Ἐρώτημα: Ὅταν ἔλθη κάποιος ἀπό πίσω σου καί ἀκουμπήσει τήν ἄκρη ἀπό τό σακκάκι σου, καταλαβαίνεις τίποτε; Αἰσθάνεσαι τίποτε; Καί ὁ ἄνθρωπος πού θά ἀκουμπήσει τό σακκάκι σου, ὠφελεῖται τίποτε;

Ἀλλά σ’ αὐτή τήν περίπτωση, μόλις ἀκούμπησε ἡ γυναίκα ἐκείνη τό ροῦχο τοῦ Χριστοῦ, μέ πίστη, θεραπεύθηκε ἀμέσως. Ἀπό τί; Ἀπό μιά ἀρρώστια στήν ὁποία εἶχε δαπανήσει χωρίς κανένα ἀποτέλεσμα ὁλόκληρη τήν περιουσία της. Καί ὄχι μόνο θεραπεύτηκε, ἀλλά καί ὁ Χριστός τό κατάλαβε καί εἶπε:

-Κάποιος μέ ἀκούμπησε.

Τοῦ λέει ὁ ἀπόστολος Πέτρος:

-Κύριε, ἐδῶ κοντεύουμε νά σέ λειώσουμε. Ἐδῶ κοντεύουμε νά σέ σκάσουμε. Σέ σπρώχνουμε καί σέ πιέζουμε συνεχῶς. Καί μᾶς λές, κάποιος σέ ἀκούμπησε;

            Μά ὁ Χριστός ἐπιμένει:

-Κάποιος μέ ἀκούμπησε.

Τί θέλει νά πεῖ; Κάποιος μέ ἄγγιξε διαφορετικά. Ἐγώ ξέρω ποιός μέ ἀκουμπάει σπρώχνοντας, ἀλλά καί ξέρω ποιός μέ ἀκουμπάει κάνοντας προσευχή. Ἐγώ τό καταλαβαίνω.

Τότε παρουσιάστηκε ἡ γυναίκα ἐκείνη τρέμοντας. Γιατί τρέμοντας; Γιατί ἔκανε τή σκέψη ὅτι εἶχε πάρει τήν μεγάλη δωρεά τῆς θεραπείας της κλέφτικα. Ἡ ἴδια, εἶχε πάει πολύ δειλά κοντά στό Χριστό, ἀλλά μέ τέτοια πίστη, πού ἔλεγε μέσα της: «μόνο νά ἀκουμπήσω τό ροῦχο του θά θεραπευτῶ». Γιατί; Γιατί εἶχε καταλάβει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Κύριος τῆς δόξης.

Καί εἶπε ἡ γυναίκα στό Χριστό «πᾶσαν τήν ἀλήθειαν». «Ἐγώ τό ἔκανα τό ἁμάρτημα αὐτό Χριστέ μου. Ἐγώ ἔκλεψα τήν χάρη σου».

            Ὁ Χριστός τῆς εἶπε:

            -Θάρσει θύγατερ, δέν μοὔκλεψες τίποτε. Ἤθελα καί ἄφησα τήν χάρη μου νά σέ θεραπεύσει. Μή φοβᾶσαι. Πήγαινε στό καλό. Ἡ πίστη σου σέ ἔσωσε.

 

2. Δική μου δουλειά τό θαῦμα. Δική σας ἡ ὑπακοή

 

            Μετά ὁ Χριστός συνέχισε τόν δρόμο του πρός τό σπίτι τοῦ Ἰαείρου. Ἐν τῷ μεταξύ τό κορίτσι εἶχε πεθάνει. Κάποιοι τοῦ εἶπαν:

            -Τώρα Χριστέ μου τί νά μᾶς κάνεις; «Τέθνηκε ἡ θυγάτηρ», δέν χρειάζεσαι πιά. Ἔ, νά θεραπεύσουμε κανένα ἄρρωστο τά καταφέρνουμε. Ἀλλά νά ἀναστήσουμε καί νεκρό; Δέν γίνεται…

            Ὁ Χριστός σάν νά μήν τούς ἄκουσε προχώρησε στό σπίτι. Ὅταν ἔφτασε τούς εἶπε:

            -Μή φοβᾶστε. Τό κορίτσι δέν πέθανε. Κοιμᾶται.

Ξεράθηκαν στά γέλια οἱ ἄνθρωποι παρότι ἦταν κηδεία. «Κατεγέλων αὐτοῦ». Γελοῦσαν εἰς βάρος του. Ἐπειδή ξέρανε πολύ καλά, ὅτι τό κορίτσι εἶχε πιά πεθάνει.

            Τότε ὁ Χριστός, τούς ἔβγαλε ὅλους ἔξω. Κράτησε κοντά του, μόνο τρεῖς μαθητές του, τόν πατέρα τῆς κοπέλας καί τήν μητέρα της. Καί ἀφοῦ τήν ἔπιασε ἀπό τό χέρι τῆς εἶπε:

            -Κοπέλα μου, σήκω.

            Καί σάν νά ἦταν ἁπλῶς ξαπλωμένη, σηκώθηκε ὑγιεστάτη. Ὄχι σάν νά ἦταν κοιμισμένη. Πιό εὔκολα! Γιατί ἕνα κοιμισμένο ἄν τόν πιάσεις ἀπό τό χέρι καί νά τοῦ πεῖς: «ἔ, ξύπνα» δέν θά ξυπνήσει ἀμέσως. Εἶπε ὁ Χριστός στόν πατέρα καί στήν μητέρα:

-Κοιτάξτε, ἐγώ σᾶς ἔκαμα ἕνα καλό, τώρα σᾶς δίδω καί μιά ἐντολή: Νά μήν τό πεῖτε κανενός.

Γιά δέστε πράγματα. Ἦταν μαζεμένος ὅλος ὁ κόσμος ἐκεῖ. Τό ξέρανε ὅλοι τόσο καλά ὅτι πέθανε. Τούς εἶπε ὁ Χριστός ὅτι δέν πέθανε ἀλλά κοιμᾶται καί γελοῦσαν εἰς βάρος του… Ἀνασταίνει τήν κοπέλα, ὅλος ὁ κόσμος εἶναι ἀπ' ἔξω στήν αὐλή στά ἄλλα δωμάτια. Ἡ κοπέλα περπατάει ἀνάμεσά τους… Καί τούς λέει ὁ Χριστός:

            -Μή τό πεῖτε κανενός ὅτι τήν θεράπευσα ἐγώ.

Τότε πῶς ἔγινε; Γιατί τό εἶπε αὐτό ὁ Χριστός ἀδελφοί;

Γιατί ἤθελε νά μᾶς δείξει κάτι πολύ σημαντικό.

Ὁ Χριστός δέν νοιάζεται πῶς σοῦ φαίνεται ἡ ἐντολή του. Ἄν θά σέ πιστεύσουν ἤ δέν θά σέ πιστεύσουν, πῶς θά τό δεῖ καί πῶς θά τό καταλάβει ὁ ἄλλος. Σοῦ λέει: «Ἐγώ, σάν Θεός καί Κύριος τοῦ κόσμου σοῦ δίδω αὐτή τήν ἐντολή. Δέν θέλω νά τό πεῖς καθόλου».

Εἶχε ὑποχρέωση ὁ Ἰάειρος καί ἡ γυναίκα του ὅπου καί νά στεκόντουσταν, ὅπου καί νά τούς ἔλεγαν ὅτι ὁ Χριστός ἀνάστησε τήν κόρη τους νά ἀπαντοῦν:

-Δέν ξέρω τίποτε.

-Ἀναστήθηκε ἡ κοπέλα σας, πῶς ἀναστήθηκε;

            -Δέν ξέρω.

Γιατί; Γιατί στό Χριστό, ἔχουμε ὑποχρέωση, ὑπακοῆς. Στόν λόγο τοῦ Θεοῦ ἔχουμε ὑποχρέωση ὑπακοῆς σέ κεῖνα πού μᾶς ἀρέσει καί σέ κεῖνα πού δέν μᾶς ἀρέσει. Σέ κεῖνα πού τά βρίσκουμε σωστά καί λογικά ἀλλά καί σέ κεῖνα πού δέν μᾶς φαίνονται οὔτε σωστά οὔτε λογικά, οὔτε κοινωνικά σωστά, οὔτε τίποτε.

Γιατί ἀδελφοί; Εἴπαμε προηγουμένως. Γιατί ὁ Χριστός εἶναι πρῶτον ὁ Θεός τῆς δόξης, ὁ Κύριός μας. Καί δεύτερον διότι εἶναι ἡ ἀλήθεια. Ἄν λοιπόν θέλουμε νά γίνουμε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ καί θέλουμε νά σωθοῦμε, δέν θά σωθοῦμε μέ τόν δικό μας τρόπο. Κάνοντας ὅ,τι μᾶς φαίνεται κάθε φορά σωστό. Ἀλλά κάνοντας ἐκεῖνο πού εἶναι ἐντολή τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὅταν κάνουμε αὐτά πού λέει ὁ Χριστός, εἴμαστε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Ὅταν κάνουμε κεῖνα πού μᾶς ἀρέσουν, εἴμαστε ἄνθρωποι τοῦ ἑαυτοῦ μας καί τοῦ κόσμου.

Ἡ κοπέλα τοῦ Ἰαείρου ἀναστήθηκε σωματικά. Ὁ πατέρας της ἀναστήθηκε ψυχικά. Ἐμεῖς εἴμαστε αὐτή τή στιγμή μέσα στήν Ἐκκλησία καί ἤρθαμε γιά νά λατρεύσουμε τόν Χριστό. Ἀλλά μπορεῖ νά εἴμαστε καί ἐμεῖς νεκροί ἀπό τά ἁμαρτωλά μας ἔργα καί ἀπό τό ἁμαρτωλό μας φρόνημα. Τό ὁποῖο δέν φροντίζουμε νά τό διορθώσουμε.

Πῶς νά τό διορθώσουμε;

Πρῶτα νά διαβάσουμε καλύτερα τό Εὐαγγέλιο. Νά γνωρίσουμε τόν Χριστό, σάν ἐλευθερωτή μας ἀπό τά πάθη καί ἀπό τήν ἁμαρτία. Νά τόν παρακαλέσουμε νά ἔλθη στήν ψυχή μας, στή καρδιά μας, νά ἁγιάσει τή ζωή μας καί νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό κάθε κακή σκέψη καί ἀπό κάθε κακό πάθος.

 

3. Ἐδῶ εἶναι τό μυστικό

 

            Ἀδελφοί. Ὁ Χριστός εἶναι πού μᾶς ἐλευθερώνει ἀπό ὅλα τά κακά καί ἀπό τόν θάνατο καί ἀπό τόν ἅδη καί ἀπό τόν διάβολο. Ὁ διάβολος εἶναι ἡ χειρότερη δύναμη στόν κόσμο. Καί τώρα τελευταῖα, ὅλος ὁ κόσμος, αὐτός ὁ τόσο προοδευμένος κόσμος, τρέμει τόν ἀντίχριστο. Ὅλοι τρέμουν.

            Ἀλλά ὁ Χριστός ἔχει τόν διάβολο καί τόν ἀντίχριστο «ἕνα φύσημα».

Ἀπό ποῦ τό καταλαβαίνουμε; Εἶναι πολύ ἁπλά τά πράγματα. Παίρνεις Σταυρό στό χέρι σου καί τρέμει ὁ διάβολος. Πᾶμε στήν Κεφαλληνία πού εἶναι τό λείψανο τοῦ ἁγίου Γερασίμου καί βλέπουμε τούς δαιμονισμένους πού ἔχουν τόν διάβολο μέσα τους νά τρέμουν καί νά φοβοῦνται. Βρίζουν τόν ἅγιο Γεράσιμο, ἀλλά καί τόν τρέμουν. Ὅπως καί τά δαιμόνια. Βρίζουν τόν Χριστό καί ἐπαναστατοῦν ἐναντίον του ἀλλά Τόν τρέμουν. Καί τί ἄλλο ἀκόμα;

Παίρνει ἕνας παπάς τό πετραχήλι του, τό ἀκουμπάει πάνω σ’ ἕνα δαιμονισμένο, καί ἀρχίζει ἐκεῖνος καί φωνάζει: «Μ’ ἔκαψες, μ’ ἔκαψες. Πᾶρτο ἀπό πάνω μου». Καί ἐκεῖνος πού σπάζει σίδερα καί δέν μπορεῖ νά τόν κάνει ἄνθρωπος καλά, ὅταν τοῦ ἀκουμπήσει ὁ παπάς τό πετραχήλι πάνω στό κεφάλι ἀρχίζει καί φωνάζει: «Μ’ ἔκαψες». Καί ἄν κάτω ἀπό τό τραπεζάκι, ὅπου οἱ μάγοι καί τά μέντιουμ κάνουν τίς ἐπιδείξεις τους, βάλλεις τους ἕνα σταυρουλάκι δέν μποροῦν νά κάνουν τίποτε.

            Διαβάζει ὁ παπάς τίς εὐχές τῆς Ἐκκλησίας μας καί τά μάγια λύονται. Γι' αὐτό εἶναι μεγάλη ἀνοησία στόν ἄνθρωπο νά τρέχει σέ μάγους γιά νά γλυτώσει ἀπό τά μάγια, καί νά μήν τρέχει στήν Ἐκκλησία νά πάρει τήν εὐλογία τοῦ παπά, τουτέστι τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ.

Μόνο ξέρετε ἀδελφοί μου τί γίνεται; Ἐδῶ εἶναι ἕνα μυστικό τό ὁποῖο πρέπει νά θυμόμαστε. Ὁ διάβολος ἐπειδή θέλει νά σέ ὑποδουλώσει, σοῦ λέει: «Τώρα τό θέλεις; Τώρα νά στό κάνω». Ποιό ὅμως εἶναι ἐκεῖνο πού γίνεται «τώρα ἀμέσως»; Μόνο ἡ ἁμαρτία!

Πόσα λεπτά θέλει ὁ ἄνθρωπος νά σκοτώσει; Δυό λεπτά καί πολύ εἶναι. Πόσα θέλει νά κλέψει; Ἄλλα δυό λεπτά.

Πόσα θέλει νά βρίσει καί νά βλαστημήσει τόν Θεό; Μισό λεπτό.

Πόσο εὔκολα γίνεται ἡ ἁμαρτία; Ἀμέσως!

Πῶς ὅμως κατορθώνεται ἡ ἀρετή καί τό καλό; Θέλει κόπο. Πήγαινε νά βοηθήσεις φτωχό, νά δεῖς πόσο κόπο θέλει. Πήγαινε νά περιποιηθεῖς ἄρρωστο, νά δεῖς τί κόπο θέλει. Ἀγωνίσου στόν ἑαυτό σου νά ἀποκτήσεις ἐγκράτεια καί ἁγνότητα καί σεμνότητα καί θά δεῖς τί δουλειά χρειάζεται. Ἀγωνίσου νά κόψεις τό ψέμα καί τήν κατάρα, πού καταριοῦνται κυρίως οἱ γερόντισσες πολλές φορές, καί θά δεῖς πόσο κόπο θέλει.

            Ὁ Θεός θέλει νά κοπιάσουμε γιά τό καλό. Γι' αὐτό μερικές φορές, ὅταν πᾶμε στόν παπά, δέν μᾶς γίνεται ἀπό τόν Θεό ἐκεῖνο πού ζητᾶμε ἀμέσως. Γιατί πρέπει νά ἔχουμε καί λίγη πίστη. Νά ἀγωνιστοῦμε νά ἀποκτήσουμε λίγη πίστη περισσότερη. Καί πρέπει νά καθαρίσουμε τόν ἑαυτό μας πρῶτα ἐσωτερικά ἀπό τήν ἁμαρτία, γιά νά μᾶς καθαρίσει καί ὁ Χριστός ἐξωτερικά ἀπό τίς ἀρρώστιες καί τά βάσανα. Ὁ Χριστός πρῶτα ζητάει νά γίνουμε πνευματικοί ἄνθρωποι, ἀγωνιστές. Μέ τή νηστεία, μέ τήν προσευχή, μέ τήν ὑπομονή, μέ τόν ἀγώνα τῆς ἐγκρατείας καί τῆς σεμνότητος. Μέ τόν ἀγώνα νά περιορίζουμε τά ἁμαρτήματα τῆς γλώσσας καί ὅλων τῶν παθῶν καί τῆς κακίας τήν ὁποία ἔχομε.

Καί τότε ἀκούει τίς προσευχές μας. Καί μέ τήν ἄπειρη δύναμή του μᾶς βοηθεῖ, μᾶς ἐνισχύει, μᾶς στερεώνει. Γιατί τά πάντα δύναται καί δέν εἶναι σ’ αὐτόν ἀπολύτως τίποτε ἀδύνατο. Ἀμήν.-