ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΔΕΙΠΝΟ (Λουκ. 14, 16-24)
†ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ
(Διασκευή ομιλίας στην Αμμουδιά, στις 13/12/1998)
Δικαιολογίες που δεν πιάνουν
Η σημερινή μέρα, θεωρείται μία από τις μεγάλες εορτές της Εκκλησίας μας. Για ένα και μοναδικό λόγο. Διότι διαβάζεται το Ευαγγέλιο του «μεγάλου δείπνου». Όπως έχουμε την Κυριακή του τελώνη και του φαρισαίου, την Κυριακή της Κρίσεως, την Κυριακή του ασώτου που είναι μεγάλες γιορτές στην Εκκλησία, γιατί διαβάζεται το συγκεκριμένο Ευαγγέλιο που αναφέρεται στα γεγονότα ή τα πρόσωπα αυτά που τόσα έχουν να μας διδάξουν για τη σχέση μας με τον Χριστό, έτσι και η σημερινή Κυριακή είναι μεγάλη εορτή, γιατί διαβάζεται το Ευαγγέλιο που μας λέει ότι:
Ένας άνθρωπος έκανε τραπέζι. Εκάλεσε πολλούς. Και ετοίμασε ωραία φαγητά. Αλλά όταν ήλθε η ώρα του γεύματος, άρχισαν όλοι οι καλεσμένοι να λένε δικαιολογίες για να μη πάνε.
Ένας είπε: «Αγρόν αγόρασα, και πάω να τον δω». Άλλος: «Αγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια και πάω να τα δοκιμάσω». Ο τρίτος είπε: «Παντρεύτηκα...». Και δεν πήγε κανένας. Εξετάζοντας τις δικαιολογίες τους, όταν πρόκειται για ένα συνηθισμένο κάλεσμα σε φαγητό, είναι δικαιολογίες σοβαρές. Γιατί όλα είναι επίγεια. Και τα φαγητά του ανθρώπου που τους κάλεσε και οι δουλειές των καλεσμένων. Άμα το ζήτημα ήταν: «Τι προτιμάς; Το φαγητό ή την δουλειά;». Θα έπρεπε να πούμε, ότι αφού η δουλειά είναι καθήκον, είναι πάνω από το φαγητό. Και καλά έκαναν και δεν πήγαν.
Αλλά όταν πρόκειται για φιλία και για ανθρώπινες σχέσεις, επειδή η αγάπη και η καλή επικοινωνία, είναι κάτι το πολύ υψηλό, πραγματικά δεν ξέρει κανείς τι να πει. Το καθήκον είναι ανώτερο; Ή η φιλία, η εντιμότητα και η συνέπεια; Και χρειάζεται πολλή διάκριση για να βάλουμε σωστές προτεραιότητες: «Τι θα κάνουμε; Θα πάμε να τιμήσουμε τον φίλο μας που μας τίμησε με την πρόσκλησή του; Ἠ θα αφοσιωθούμε στην εργασία μας και θα την προτιμήσουμε από το φαγητό και την παρέα;».
Όμως στην περίπτωση που αναφέρεται στο ευαγγέλιο, δεν πρόκειται για έναν άνθρωπο που έκανε γεύμα. Αλλά πρόκειται για τον επουράνιο Θεό που μας καλεί στη Βασιλεία Του. Και μας λέγει ο Χριστός, «προσέξτε!».
Οι δικαιολογίες των καλεσμένων ήταν: «Αγρόν αγόρασα, θα πάω να τον δω». «Δουλειές άνοιξα. Πού ευκαιρία για τραπεζώματα». Ή «παντρεύτηκα. Αφήνει κανείς την γυναίκα του, την ημέρα του γάμου να τρέξει για ξένες δουλειές;» Τεκμηριωμένες δικαιολογίες! Φαίνονται και είναι πολύ σοβαρές. Γι’ αυτό, ισχύουν για επίγειες καταστάσεις και δεν αφήνουν περιθώρια παρεξηγήσεων. Αλλά όταν έχουμε να κάνουμε με την Βασιλεία του Θεού οι δικαιολογίες αυτές πιάνουν; Θέλει να μας πει ο Χριστός: «Προσέξτε. Όταν πρόκειται για την Βασιλεία του Θεού, μην επιτρέπετε στον εαυτό σας να βρίσκει δικαιολογίες. Γιατί η Βασιλεία του Θεού είναι πάνω απ' όλα. Είναι αιώνια».
Ένα δεν δέχεται ο Θεός
Ο άνθρωπος τον οποίο πήρε σαν παράδειγμα ο Χριστός, όταν δεν πήγαν οι καλεσμένοι του, έκανε την σκέψη: «Τώρα τα φαγητά τι θα τα κάνω; Θα τα πετάξω στα σκυλιά;». Και είπε στους υπηρέτες του:
-Βγείτε στους δρόμους, και φωνάξτε όποιον βρείτε μπροστά σας.
Το έκαναν και του είπαν:
-Ήρθαν πολλοί, αλλά υπάρχει χώρος για περισσότερους. Χρειάζονται και άλλοι για να γεμίσει το τραπέζι;
-Βγείτε στους φράχτες, στα στενά, οπουδήποτε. Ψάξτε. Βρείτε και άλλους να έλθουν. Δεν πρέπει να πάνε για πέταμα τόσα πράγματα.
Ο Θεός λέγει: «Έχω την Βασιλεία μου. Δεν την έφτειαξα και δεν την έχω ούτε για τον εαυτό μου, ούτε για μείνει άδεια. Όποιος θέλει, απ' όπου και να ‘ναι τον δέχομαι. Σε όποιο «φράχτη» και «δρόμο» να τριγυρίζει. Φωνάξτε τον στη Βασιλεία μου. Από όποια κατάσταση και να είναι. Είτε ήταν ληστής, είτε ήταν πόρνος... Οτιδήποτε να είχε κάνει στη ζωή του. Φωνάξτε τον στη Βασιλεία μου».
Γιατί ο Θεός είναι πανάγαθος. Πατέρας μας. Και όπως ο πατέρας και η μητέρα δεν αρνούνται ποτέ τα παιδιά τους, έτσι και ο Θεός. Δεν μας αρνείται και δεν μας κλείνει την πόρτα ποτέ. Αλλά θέλει να επιστρέψουμε κοντά Του. Και όταν γυρίσουμε μας δέχεται. Ένα δεν δέχεται ο Θεός. Ποιό; Να τον ζυγίζεις. Και να τον βρίσκεις μικρότερο από τα επίγεια. Να θεωρείς την Βασιλεία του τιποτένια μπροστά στα επίγεια.
Χτυπά η καμπάνα για την Βασιλεία του Θεού... Δεν είναι Βασιλεία του Θεού η Λειτουργία; Για ποιό σκοπό γίνεται; Για να πάρουμε την ευλογία του Χριστού, που έρχεται και κατεβαίνει ανάμεσά μας -έστω και αν δεν τον βλέπουμε εμείς εν δόξη- με το σώμα και με το αίμα Του. Έστω και αν κάποιες φορές δεν κοινωνάμε, κάνοντας - όταν ο παπάς λέει: «μετά φόβου Θεού πίστεως...» - μια μικρή υπόκλιση και τον σταυρό μας, και επικαλούμενοι τον Χριστό παίρνουμε την ευλογία Του. Γινόμαστε σαν την αιμορροούσα που πήγε και ακούμπησε το ρούχο Του και έγινε καλά. Τι θα μας χρησιμεύσει η ευλογία του Χριστού;
Δεν το βλέπουμε πάντα εδώ στη γη. Όπως δεν βλέπουμε και την ψυχή μας εδώ. Ούτε την Βασιλεία του Θεού την βλέπουμε εδώ. Αλλά θα τα δούμε κάποια μέρα εκεί. Και θα καταλάβουμε τι σοφά κάναμε που αφήσαμε εκείνα που φαίνονται σπουδαία, αλλά στην πραγματικότητα είναι μηδαμινής αξίας και αναζητήσαμε την υπόσχεση του Θεού που δεν φαίνεται, αλλά είναι αιώνια και θα ισχύει για πάντα.
Τι αξίζει η χάρη του Θεού;
Τι σημασία έχει η χάρη και η ευλογία του Θεού; Στη Ρωσία ήταν μια πλούσια γυναίκα αλλά άθεη. Ο σύζυγός της πέθανε και έμεινε με ένα παιδάκι. Και το παιδάκι αυτό πριν φτάσει δέκα χρονών, αρρώστησε και πέθανε. Στην αρρώστια του βασανίστηκε πολύ. Τόσο που όταν πέθανε το λείψανό του, είχε την έκφραση του πόνου. Το έβλεπε κανείς και καταλάβαινε ότι πέθανε με φρικτούς πόνους. Η μάνα όντας άθεη το ετοίμασε και δεν έβαλε επάνω του ούτε εικόνα ούτε σταυρό. Πάει μια γριούλα και της λέει:
-Δεν βάλαμε εικόνα πάνω στο λείψανο. Σταυρό δεν βλέπω.
Της απαντά.
-Εγώ δεν τα πιστεύω αυτά. Δεν χρειάζεται.
Όμως η απλή γριούλα, έβγαλε ένα μικρό σταυρό που φορούσε και τον έβαλε πάνω στο στήθος του μικρού. Μόλις ακούμπησε τον Σταυρό, άλλαξε η όψη του. Το πρόσωπο του παιδιού γέμισε χαμόγελο. Σαν να είχε πεθάνει γεμάτο χαρά. Το βλέπει η μητέρα του και φωνάζει: «Ζωντανό είναι. Χαμογελάει». Αλλά το παιδί δεν είχε ξαναζήσει. Και όταν η μητέρα το ακούμπησε και το είδε παγωμένο και διαπίστωσε ότι είχε αλλάξει η όψη του από την στιγμή που ακούμπησε ο Σταυρός επάνω του, γονάτισε, άρχισε να προσεύχεται και να λέει: «Συγχώρεσέ με Θεέ μου που δεν ήξερα τι έκανα και τι προτιμούσα στη ζωή μου».
Από εκείνη την ημέρα, μέχρι το τέλος της ζωής της, αφιερώθηκε στα καλά έργα. Και όταν πέθανε, αγίασε· η πρώην άθεη. Τί την έκανε και αγίασε; Μέχρι τότε –αυτό είναι η τραγωδία- είχε σκοτάδι και δεν έψαχνε για το φως. Γιατί όταν ο άνθρωπος καταλάβει ποιό είναι το φως, τότε ξέρει τι κάνει. Η μεγαλύτερη εξυπνάδα, η μεγαλύτερη επιτυχία, η μεγαλύτερη ευτυχία στον άνθρωπο, είναι να φροντίζει να γνωρίζει τον Χριστό. Και να γνωρίζει την σημασία που έχουν τα επίγεια, τα αιώνια, οι πράξεις του και όλα όσα γράφει το Ευαγγέλιο και όσα γίνονται μέσα στην αγία μας Εκκλησία.
Λέμε ότι ο Σταυρός του Χριστού είναι τίμιος και ζωοποιός. Δεν είναι δυό ξυλαράκια. Όταν λέμε ζωοποιός, δεν εννοούμε ότι δίνει ζωή μόνο σε ένα πεθαμένο άνθρωπο αλλά και σε μια πεθαμένη ψυχή. Και η ζωή αυτή είναι χαρά. Γιατί το παιδί, γέμισε χαρά όντας πεθαμένο; Γιατί του έλειπε η ευλογία, που δεν επέτρεπε η μάνα του να το επισκιάσει... Γι’ αυτό χαμογέλασε από χαρά όταν δέχθηκε την ευλογία.
Το χαμόγελο του πεθαμένου παιδιού, γέμισε φως την σκοτισμένη μητέρα. Έπαυσε πια να φροντίζει για τα βόδια, για τα χωράφια, για τις κοινωνικές σχέσεις και για το σπίτι περισσότερο από την ψυχή της. Και έπαυσε να ζητά τα επίγεια και να αδιαφορεί για την ψυχή της και για την Βασιλεία του Θεού.
Τα λόγια μας μάς φανερώνουν
Κουβεντιάζουμε με μερικούς ανθρώπους και όταν τους μιλάμε για την Βασιλεία του Θεού λένε «φιλοσοφίες» του τύπου.
-Η ψυχή θέλει ψίχαλα, και η κοιλιά θέλει κομμάτια.
-Ναι, αδελφέ. Τα κομμάτια που θέλει η κοιλιά τα βλέπεις και ζυγιάζονται.
Αλλά η ψυχή δεν θέλει ψίχαλα, θέλει μεγαλύτερα κομμάτια. Μόνο που δεν ζυγιάζονται με τις ζυγαριές μας. Η ψυχή και η Βασιλεία του Θεού ζητά από τον άνθρωπο πόνο, αγάπη, καλωσύνη. Το να πονάς τον άλλο είναι «μεγάλο κομμάτι και πολύ βαρύ» γιατί παύεις να σκέπτεσαι τον εαυτό σου και κάνεις θυσίες για τους άλλους. Οι άνθρωποι που είναι μακριά από τον Θεό πονάνε μόνο τον εαυτό τους, την σάρκα τους. Είναι εγωκεντρικοί. Τα θέλουν όλα δικά τους. Οι ψυχές τους, είναι παγωμένες για το καλό και πρόθυμες για την αμαρτία. Και επειδή είναι τέτοιο το φρόνημα τους, έχουν στόμα ανοικτό. Κοροϊδεύουν και ειρωνεύονται. Λέει ένας άγιος: «Όσο πιο άδειος είναι ένας ντενεκές, τόσο πιο πολύ βροντάει».
Όσο πιο πεθαμένος πνευματικά είναι ένας άνθρωπος τόσο πιο αχαλίνωτος είναι στα λόγια του.
Όσο πιο πολύ έχει επίγνωση της αγάπης και της καλωσύνης του Χριστού, τόσο το στόμα του το ανοίγει για να λέει: «Δόξα σοι Χριστέ σωτήρα μας. Δόξα για το έλεός σου, δόξα για την καλωσύνη σου και για το φως σου». Και το έχει πολύ σφιχτό, στο να λέει λόγια και μάλιστα άσχημα εναντίον οποιουδήποτε ανθρώπου.
Καλότυχος όποιος συντρώγει με τον Χριστό
Η Θεία Κοινωνία είναι η Βασιλεία του Θεού στη γη. Μας έδωσε το σώμα Του και το αίμα Του, για να προγευόμαστε και για να ετοιμαζόμαστε για κείνη την επουράνια Βασιλεία του.
Όταν ο άνθρωπος μεταλαμβάνει, τρώει τον ίδιο τον Χριστό. Ο Χριστός μιλώντας μας για την Θεία Κοινωνία είπε: «Καλότυχος ο άνθρωπος που θα φάει ψωμί στη Βασιλεία του Θεού».
Πραγματικά. Καλότυχος ο άνθρωπος που θα τρώει μαζί με τον Χριστό στη Βασιλεία του Θεού. Αμήν.-