Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΥΙΟΥ ΤΗΣ ΧΗΡΑΣ ΤΗΣ ΝΑΪΝ (Λουκ. 7, 11-16)
†ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ
(Κήρυγμα στη Φιλιππιάδα, στις 8/10/2006)
Τότε τι συμβαίνει;
Ακούσαμε στο Ευαγγέλιο ότι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός πήγαινε σε μια πόλη, τη Ναΐν. Μπαίνοντας, συνάντησε μια κηδεία. Κήδευαν τον μονογενή υιό μιας χήρας. Όπως συμβαίνει σ’ αυτές τις περιπτώσεις, ήταν γύρω της πολύς κόσμος, για να της συμπαρασταθούν. Εκείνη έκλαιγε. Ο Κύριος την λυπήθηκε και της είπε:
-Μη κλαις.
Μετά ακούμπησε το φέρετρο και είπε στο πεθαμένο παιδί:
-Νεανίσκε, σοι λέγω. Εγέρθητι!
Δηλαδή: Σε σένα μιλάω. Εγώ σου το λέω. Σήκω! Ο νεαρός υπάκουσε. Ο πεθαμένος άκουσε τη φωνή τού Χριστού, αναστήθηκε και άρχισε να μιλάει. Όλος ο κόσμος χάρηκε.
Ένα γεγονός, τότε... Ένα ερώτημα για μας σήμερα:
- Καλά. Πριν είκοσι αιώνες αναστήθηκε ένα παιδί. Σήμερα, γιατί δεν ανασταίνονται οι νεκροί μας;». Τότε ο Χριστός συμπόνεσε μια χήρα, που τράβαγε τα μαλλιά της και έκλαιγε. Μα πόσες μητέρες έχουμε δει να χτυπιούνται κυριολεκτικά, βυθισμένες σ’ έναν ανάλογο πόνο; Γιατί ο Χριστός δεν ανασταίνει τους προσφιλείς μας, για να μας δώσει χαρά και να σταματήσει τη λύπη μας;
Χρειάζεται μια απάντηση το ερώτημα αυτό. Γιατί αφορά όλους μας. Τι συμβαίνει; Δεν μπορεί πια ο Χριστός να ανασταίνει νεκρούς; Ή μήπως σταμάτησε να μας συμπονάει;
Ο πολυεύσπλαγχνος Θεός ήλθε στον κόσμο για μας και σταυρώθηκε για μας. Όχι μόνο για τους ανθρώπους της εποχής του αλλά για τους ανθρώπους όλων των αιώνων και όλων των γενεών. Δεν άλλαξε ο Θεός. Ο ίδιος είναι. Με την ίδια αγάπη και με την ίδια καλωσύνη.
Τότε τι συμβαίνει;
Γιατί δεν ανασταίνει και τώρα τους νεκρούς;
Ο Χριστός ανάστησε τον υιό της χήρας της Ναΐν, για να μας δείξει ότι μπορεί να μας αναστήσει. Και να καταλάβουμε ότι, όταν αυτή η ζωή φτάσει στο τέρμα, όταν μπει τελεία, δεν γράφεται δίπλα της και μια παύλα, οπότε... τελειώσαμε.
Στο Σύμβολο της Πίστεως, που κάθε μέρα το λέμε – πρέπει να το λέμε – στις προσευχές μας, διακηρύττουμε: «Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος». Και εγώ, και το παιδί μου, και ο αδελφός μου, και ο φίλος μου, και όλοι μας θα αναστηθούμε. Και πρέπει από τώρα να ετοιμαζόμαστε για να αναστηθούμε «εις αιώνιον ζωήν». Για αιώνια ζωή, αληθινή ζωή, αληθινά αιώνια ζωή κοντά στον Χριστό.
Το ότι τότε ανάστησε ο Χριστός τον υιό της χήρας της Ναΐν, είναι ένα γεγονός. Κανείς δεν μπορεί να το αρνηθεί, επειδή έτσι το θέλει: «Δεν βαριέσαι... Μήπως και δεν έγινε;». Με το ίδιο σκεπτικό μπορούμε να πούμε: «Μήπως δεν υπήρξε Αλέξανδρος; Μπας και δεν υπήρξε Ναπολέων; Μήπως δεν έγινε εκείνο ή το άλλο ιστορικό γεγονός, που έχει καταγραφεί;».
Έγινε! Γι’ αυτό γράφεται. Γιατί όμως έγινε;
Εδώ θα φανεί η δική μας φιλοτιμία. Να βάλουμε το μυαλό μας να δουλέψει λίγο, να σκεφθούμε, να δούμε το γεγονός, να το καταλάβουμε, για να βγάλουμε σωστό συμπέρασμα και πολύτιμο δίδαγμα. Το λέμε αυτό, γιατί συνήθως βγάζουμε τα συμπεράσματα που μας αρέσουν. Όταν βλέπουμε ότι δεν θα μας «εξυπηρετήσουν», δεν βγάζουμε συμπεράσματα.
Κάποια φορά, ένας νεαρός πήγε σ’ έναν ιερέα για να κουβεντιάσει τις απορίες του για την πίστη. Αφού είπαν μερικά πράγματα και ο νεαρός δεν πειθόταν, ο ιερέας του πρότεινε κάτι πολύ απλό.
- Κοίταξε παιδί μου. Έχουμε μια σαφή απόδειξη της δυνάμεως και της παρουσίας του Θεού. Βλέπεις αυτό το μπουκαλάκι; Έχει αγιασμό. Από πότε; Από την ημέρα που έγινα παπάς. Έχουν περάσει τριάντα περίπου χρόνια. Το βλέπεις πώς είναι; Δεν έχει πάθει καμμιά αλλοίωση. Πάρ’ το, δικό σου. Βάλτο στο ντουλάπι σου, στο τραπέζι σου, όπου θέλεις. Δίπλα, βάλε ένα ποτήρι νερό. Περίμενε μια βδομάδα, δεκαπέντε μέρες το πολύ. Μπορεί και λιγότερο. Θα δεις τι αλλοίωση θα έχει πάθει το απλό νερό μέσα στο ποτήρι. Λοιπόν κάνε το πείραμα. Θα το βγάλεις μόνος σου το συμπέρασμα, γιατί είναι πολύ απλό. Στο νερό του αγιασμού κάναμε τότε πάνω του ένα Σταυρό. Και ο Σταυρός είναι το σύμβολο του Υιού του Θεού. Από εκεί και πέρα κατάλαβε τι σημαίνει Υιός του Θεού.
Πήρε ο νεαρός το μπουκαλάκι, ευχαρίστησε τον ιερέα, αλλά μετά από λίγες ημέρες το επέστρεψε.
- Γρήγορα το έφερες, παιδί μου. Το έβγαλες κι’ όλας το συμπέρασμα;
Απάντησε ο νεαρός:
- Ξέρεις πάτερ, εγώ, δεν θέλω να αλλάξω τρόπο ζωής. Και δεν θέλω να βρεθώ σε δύσκολη θέση. Πάρε το μπουκαλάκι σου και άφησέ με ήσυχο.
- Καλά παιδί μου. Όπως θέλεις...
Αυτή είναι η ταλαιπωρία του κόσμου. Δεν ψάχνει για την αλήθεια. Για τον εαυτό του ψάχνει. Για τα πάθη του ψάχνει. Για κείνο που θέλει ψάχνει.
Γιατί ζούμε;
Ρωτάμε μερικές φορές: Γιατί ζούμε; Και όλοι συμφωνούν: «Για να κάνουμε το καλό. Άνθρωπος που δεν κάνει το καλό δεν είναι άνθρωπος».
Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Ούτε επιτρέπεται να παριστάνει κάποιος «τον καλό», λέγοντας ότι ζούμε για να κάνουμε απλώς και κανένα καλό για τους γύρω μας. Το μεγαλύτερο καλό για μένα και για τους άλλους είναι:
- Πρώτο, να πιστέψω στο Θεό. Να καταλάβω τι είναι αληθινό στον κόσμο. Να δημιουργήσω σωστή σχέση με τον Σωτήρα Χριστό.
- Δεύτερο, να καταλάβω τι κακό πράγμα είναι η αμαρτία, η παράβαση του θελήματος του Θεού.
- Και τρίτο, να καταλάβω την αξία της αιώνιας ζωής.
Άμα αυτά δεν με προβληματίζουν σοβαρά, όλα τα άλλα είναι μόνο καλές σκέψεις, που δεν αντέχουν μπροστά στο δίλημμα που αντιμετωπίζουμε καθημερινά: Τώρα, σε μια ώρα πειρασμού, τι θα προτιμήσω; Το θέλημα του Θεού ή τα πάθη μου, τη χαρά μου, τη διασκέδασή μου, τις επιθυμίες μου; Τα οποία τελικά, πού οδηγούν; Στον θάνατο. Τι είδους θάνατο; Τρισχειρότερο από τον σωματικό. Θάνατο της ψυχής, που τον προκαλεί η αμαρτία.
Ας δούμε ένα παράδειγμα, για να καταλάβουμε τι θάνατο προκαλεί η αμαρτία και πώς αποδεσμευόμαστε από αυτήν.
Στις 8 Οκτωβρίου γιορτάζουμε την μνήμη της αγίας Πελαγίας. Ήταν διάσημη πόρνη. Είχε πολλά χρήματα. Ζούσε στην Αντιόχεια σαν να ήταν βασίλισσα. Μια μέρα καθισμένη στο άρμα της πέρασε έξω από μια εκκλησία. Στην είσοδο στέκονταν μερικοί παπάδες, αρχιερείς και πλήθος κόσμου. Άκουγαν με προσοχή τον άγιο αρχιερέα Νόννο, που σαν έμπειρος στις Γραφές, τους μιλούσε για τη Βασιλεία του Θεού.
Όταν οι κληρικοί είδαν την Πελαγία, γύρισαν τα πρόσωπά τους αλλού. Όμως ο άγιος Νόννος, γνωρίζοντας να ωφελείται και από τα αντίθετα, την κοίταζε επίμονα και έκλαιγε. Τον ρώτησαν:
- Γιατί κλαις; Κανονικά, θα έπρεπε να αγανακτείς!
Εκείνος απάντησε:
- Κλαίω, γιατί δεν θυμάμαι να έκανα ποτέ στη ζωή μου τόσο κόπο να αρέσω στο Θεό, όσο κάνει αυτή η γυναίκα να αρέσει σε παλιανθρώπους. Σε πόρνους και σε μοιχούς. Και γι’ αυτό δεν θα αποφύγω την αιώνια καταδίκη... Είναι να μη λυπάμαι;
Μετά λίγες μέρες, κατά θεία νεύση, η Πελαγία βρέθηκε στην Εκκλησία. Εκεί, ο άγιος Νόννος δίδασκε τον λαό. Μιλούσε για την αθανασία της ψυχής, την κρίση του Θεού, την Βασιλεία των ουρανών, την αιώνια κόλαση. Άκουσε λοιπόν η Πελαγία ότι ο θάνατος δεν βάζει τελεία και παύλα στη ζωή μας. Αλλά, μπορεί να είναι τελεία – τελείωσε δηλαδή εδώ η σωματική ζωή η επίγεια - όμως δεν είναι παύλα, αφού θα γίνει ανάσταση και κρίση. Και η αμαρτωλή γυναίκα, όλα αυτά τα σκέφθηκε πολύ σοβαρά.
Το αποτέλεσμα; Πήγε «εν μετανοία» στον άγιο Νόννο, και ζήτησε να εξομολογηθεί και να λάβει την συγχώρηση. Κατόπιν έζησε με τέτοια μετάνοια και άσκηση, που αγίασε.
- Ποιό το δίδαγμα;
- Άμα θέλω, βρίσκω την αλήθεια.
- Τι είναι εκείνο που με βοηθάει να βρω την αλήθεια;
- Το ενδιαφέρον για την αιώνια ζωή. Από εκεί αρχίζουμε.
Άμα ένας άνθρωπος διορθωθεί επιφανειακά ή έστω αναστηθεί... (να είναι σωματικά πεθαμένος και να αναστηθεί), αν δεν καταλάβει τι σημαίνει αιώνια ζωή, θα αναστηθεί για να συνεχίσει τις παλιανθρωπιές και τις αμαρτίες. Δηλαδή τα έργα που χωρίζουν από τον Θεό και που οδηγούν στον θάνατο της ψυχής.
- Έχουμε μήπως ανάγκη από τέτοιες καταστάσεις;
- Όχι. Δεν μας χρειάζονται.
Γι’ αυτό ο Χριστός, δεν ανασταίνει το κάθε παιδί, επειδή κλαίει η μάνα του, ούτε τους συγγενείς μας και τους φίλους μας, που τόσο θα θέλαμε να τους είχαμε κοντά μας.
Το στόμα Κυρίου ελάλησε ταύτα
Ο Κύριος, στο ευαγγέλιό Του, μας αποκαλύπτει ό,τι χρειάζεται για το μυστήριο του θανάτου.
Ανέστησε τον υιό της χήρας της Ναΐν, για να μας δείξει ότι ο θάνατος δεν είναι τελεία και παύλα. Αλλά έρχεται η ανάσταση των νεκρών, η οποία είναι η μεγάλη επιθυμία, ο μεγάλος καημός, αλλά και η μεγάλη χαρά όλων μας.
Ο Χριστός ήλθε στον κόσμο, για να μας δείξει την Ανάσταση. Έτσι λέμε σε πολλά τροπάρια. Να μας μιλήσει για τον εαυτό Του και για την αιώνια ζωή.
Εμείς πρέπει να ανοίγουμε τα μάτια. Να ανοίγουμε και την καρδιά. Να θέλουμε να δούμε τον δρόμο που μας δείχνει ο Χριστός. Όχι να ψάχνουμε και να βαδίζουμε εκεί που μας αρέσει, δηλαδή να θέλουμε να βρούμε τη χαρά στις αμαρτίες και στα έργα του σκότους.
Μας λέγει ο Κύριος:
- Εγώ είμαι η ανάσταση και η ζωή. Εκείνος που πιστεύει σε μένα, και αν πεθάνει, θα ζήσει. Και καθένας που ζει και με εμπιστεύεται, δεν θα πεθάνει ποτέ. Το πιστεύετε;
Ας απαντήσουμε από την καρδιά μας:
- Ναι, Κύριε. Διότι εμείς έχουμε πιστέψει, ότι συ είσαι ο Υιός του Θεού, που κατά τις θείες επαγγελίες, ήρθες στον κόσμο για τη σωτηρία μας. Αμήν.-