ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
4-8 Ὀκτωβρίου 2000
Εἰσήγηση Μητροπολίτου Νικοπόλεως †ΜΕΛΕΤΙΟΥ
Σήμερα ἡ τεχνολογία ἔχει πραγματοποιήσει μία ἁλματώδη ἀνάπτυξη· ἐπιτεύγματα, πού δέν θά μποροῦσε νά τά συλλάβει οὔτε ἡ πιό τολμηρή ἐπιστημονική φαντασία (ScienceFiction).
Σέ πολλά εἴδη τεχνολογίας· καί πιό πολύ στήν πληροφορική, πού σήμερα θεωρεῖται ὡς ἡ κατ' ἐξοχήν τεχνολογία αἰχμῆς· ἀφοῦ μέ σωρεία ἐφαρμογῶν της ἔχει εἰσχωρήσει στήν ζωή ὅλων καί ἔχει τεθῆ στήν ὑπηρεσία τοῦ ἀτόμου καί τοῦ συνόλου. Ἔτσι εὔκολα κατανοεῖται, ἡ αὐτάρεσκη διακήρυξη τῶν προωθητῶν της, ὅτι στόχος της εἶναι ἡ «ποιότητα ζωῆς», δηλαδή: γρήγορη ἐξυπηρέτηση, ἄνεση, ἐπάρκεια, αὐτάρκεια, εὔκολη δουλειά, εὔκολη διασκέδαση, ὑψηλή γνώση, ἐξοικονόμηση ἐλεύθερου χρόνου κ. ἄ. Μέ ἄλλα λόγια: Σκέτη γοητεία!
Εἶναι λοιπόν ἐντελῶς φυσικό, ὅτι εὑρίσκει ὁλόψυχη ἀποδοχή. Τά ἐπιτεύγματά της προκαλοῦν ἴλιγγο. Καί ἄν αὐτό γίνεται τώρα, πού ἐκτιμᾶται ὅτι διέρχεται τήν νηπιακή της ἡλικία, τί ἔχομε νά βιώσωμε, ὅταν συνεχίζοντας τήν θριαμβευτική της πορεία, θά ἐπινοεῖ ὅλο καί σπουδαιότερες ἐφαρμογές; Θά φέρει, λένε, χρυσῆ ἐποχή, παραδεισιακή κατάσταση. Γιά ὅλους (LordTennyson, RudyardKipling)!
Ὅμως, δέν ἔχουν ὅλοι τήν ἴδια γνώμη.
Ἄλλοι ἐκφράζουν μέ κριτήρια καθαρά ἀνθρωπιστικά, ἔντονες ἀμφισβητήσεις. Ἀνησυχοῦν. Φοβοῦνται, ὅτι οἱ ἐφαρμογές τῆς πληροφορικῆς θά καταστρέψουν τήν ποιότητα ζωῆς (Huxley). Ἀμφισβητοῦν τήν προσφορά τῆς τεχνολογίας γιά ποιότητα ζωῆς. Kαί λένε, ὅτι οἱ ἐφαρμογές της ἔχουν ἀποβῆ κιόλας τόσο κυρίαρχες στήν ζωή τοῦ ἀτόμου, ὥστε νά ὑποκαθιστοῦν τό φυσικό περιβάλλον, πού δέν μπορεῖ ποτέ νά ὑποκαθίσταται ἀζημίως. Μήπως, λένε, τελικά, μέ τίς τεχνολογίες αὐτές, «τά πράγματα ἀνέβηκαν στήν σέλλα»; Μήπως ἀπέβησαν, ἀντί γιά ὄργανα-ὑπηρέτες τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, κύριοί του; Μήπως τόν καβάλλησαν καί κρατοῦν πιά τά ἠνία τῆς ζωῆς του στά χέρια τους (Emerson); Καί ἐρωτοῦν στά ἴσια: Μήπως εἶναι προτιμότερο νά πετάξωμε τά σχετικά μηχανήματα στόν σκουπιδότοπο (SamuelButler);
Ἄλλοι, ὅπως ἦταν φυσικό (καί ἀναμενόμενο!), παίρνουν σαφῶς ἐχθρική στάση ἀπέναντι στίς σχετικές ἐπιστῆμες καί τεχνολογίες. Εἶναι βασικά οἱ λεγόμενοι φονταμενταλιστές. Κύκλοι καί κυκλώματα ἀπό προτεσταντικές Σέκτες τῆς Ἀμερικῆς μέ ἐσχατολογικό προσανατολισμό, καί μέ πολιτικές προεκτάσεις. Κάνοντας χίλιους λογισμούς καί ἐποικοδομήσεις ἐπάνω σέ πιθανές μελλοντικές χρήσεις. Ἀπό τούς κύκλους αὐτούς προέκυψε ἡ δαιμονοποίηση τῶν ἐπιστημῶν, τῶν ἠλεκτρονικῶν, τῆς πληροφορικῆς (666, barcode, ΕΚΑΜ, κομπιοῦτερ Βρυξελλῶν, ἠλεκτρονικές κάρτες) καί ὅλη ἡ σχετική παραθρησκευτική καί παραπολιτική φλυαρία.
Ποία εἶναι ἡ θέση τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας ἐπάνω σέ ὅλα αὐτά;
Ἄς ἰδοῦμε, τί εἶναι κατά τήν Ὀρθόδοξη Θεολογία
α. οἱ τεχνολογίες καθ' ἑαυτές· καί
β. οἱ τεχνολογίες στίς σχέσεις τους μέ ἐμᾶς.
Α΄
Ἐπιστήμη καί τεχνολογίες καθ΄ ἑαυτές
1. Ὅσο πρωτοποριακά, ὅσο ἐπαναστατικά καί ἄν λογίζωνται τά ἐπιτεύγματα τῶν ἐπιστημῶν, δέν ἐπιτρέπεται νά κρίνωνται:
- οὔτε ἀνάλογα μέ τό φιλοσοφικό-κοινωνικό περίγυρο·
- οὔτε ἀνάλογα μέ τό πρόσωπο τοῦ συνομιλητῆ·
- οὔτε μέ βάση ψευτο-ηθικιστικές συμβουλές.
- Αἰώνια καί ἀναλλοίωτη· σάν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ.
- Γλυκειά καί φιλάνθρωπη· σάν τόν ἴδιο τόν Θεό.
- ἀπόλυτα ἐλεύθερη·
- ἀπόλυτα ὑπεύθυνη·
- ἀπόλυτα δική μας.
Εἶναι λάθος, νά ἐπικεντρώνεται τό ἐνδιαφέρον μας στήν λεπτομέρεια-πρόβλημα τοῦ συγκεκριμένου χώρου, χρόνου καί περιβάλλοντος, πού δέν κατόρθωσε ἡ συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου νά τήν ἐντάξει σωστά. Ἡ ἐπικέντρωση τοῦ ἐνδιαφέροντός μας σέ λεπτομέρειες δημιουργεῖ ψεύτικα διλήμματα καί μᾶς ἀποπροσανατολίζει.
Σύμφωνα μέ μία ἱστορία, μιά ὁμάδα ἐξερευνητῶν ἤθελαν νά ἀνεβοῦν στά Ἱμαλάϊα. Ἐμίσθωσαν μία ἄλλη ὁμάδα ἀπό φτωχούς ἐντοπίους, γιά νά μεταφέρουν τίς ἀποσκευές τους, καί ξεκίνησαν.
Προχωρώντας, ἐλεύθεροι αὐτοί ἀπό κάθε βάρος, οἱ νεαροί σχετικά ἐρευνητές ἔτρεχαν μέ ἐνθουσιασμό μπροστά. Καί ἀκολουθοῦσαν κατάφορτοι καί ἀσθμαίνοντας οἱ ἐντόπιοι ὑπηρέτες.
Κάποια στιγμή ἐστάθηκαν ὅλοι στήν ἀνηφοριά νά πάρουν μιά ἀνάσα. Σέ λίγα λεπτά τά ἀφεντικά σηκώθηκαν καί ξεκίνησαν! Ἀλλά οἱ ἐντόπιοι δέν τούς ἐμιμήθηκαν. Δέν εἶχαν «ψυχή» νά τό κάμουν· ἀπό ἐξάντληση.
Τούς λένε προστακτικά.
- Ἐλάτε, ξεκινῆστε· φεύγομε.
Ἀπάντησαν.
- Ὄχι. Σεῖς, ἄν θέλετε, προχωρῆστε. Ἐμεῖς δέν μποροῦμε νά Σᾶς ἀκολουθήσωμε!
- Γιατί;
- Περιμένομε τίς ψυχές μας!
Καί πρόσθεσαν.
- Ἐμεῖς τρέχομε. Οἱ ψυχές δέν τρέχουν τόσο πολύ. Δέν προχωροῦν τόσο γρήγορα. Ἔμειναν πίσω. Τίς περιμένομε. Χωρίς τίς ψυχές μας δέν πᾶμε πουθενά. Οὔτε βῆμα.
Ἐξέφραζαν ἀπό τή δική τους πλευρά μιά καθαρά ἀνθρώπινη καί πολιτικάντικη λογική, πού ἐδῶ, σ' ἐμᾶς, εἶναι γνωστή σάν πρόγραμμα-σύστημα Κολοκοτρώνη γιά τήν μεθόδευση ἀφομοίωσης τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ ἀπό τόν λαό μας. Σταδιακά νά γίνεται. Ὄχι ὅλο τό «φράγκικο» μέ μιᾶς. Στήν ἀρχή 90% ρωμέϊκο καί 10% φράγκικο. Μετά 80% ρωμέϊκο καί 20% φράγκικο κ.ο.κ. Σταδιακά! Νά τό ἀφομοιώνει ὁ κουτός λαός!
Καί βέβαια, γιά ἐπίγεια πράγματα κάτι τέτοιο μπορεῖ καί νά γίνεται. Αὐτός εἶναι ὁ ρόλος τῆς ὅποιας προπαγάνδας.
Ὅμως. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι αἰώνιος. Δέν εἶναι ἄλλος σήμερα καί ἄλλος αὔριο. Δέν ἀνακαλύπτεται. Δέν ἐπινοεῖται. Δέν προσαρμόζεται. Εἶναι αἰώνιος. Καί δίνει λύσεις μόνο αἰώνιες. Καί ἡ Ἐκκλησιαστική Ὀρθόδοξη θεολογία, ἤ δίνει λύσεις αἰώνιες καί διαχρονικές, ἤ αὐτοκαταργεῖται. Δέν χρειάζεται σέ κανέναν, μία ἀκόμη «ἔξυπνη» ἀνθρώπινη τοποθέτηση! Δέν ὑπάρχει νέος λόγος τοῦ Θεοῦ, ἐπειδή προέκυψε ἕνα ἄγνωστο μέχρι τώρα ζήτημα!
Καί λοιπόν, ἔχει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἀπάντηση; Ναί. Ἔχει. Ἄν δέν ἔχει, εἴμαστε ἐλεύθεροι νά κάνωμε ὅ,τι θέλομε. Ἀλλά δέν ἐπιτρέπεται νά ἐπινοοῦμε δικές μας ἀπαντήσεις.
2. Τί πρέπει νά εἶναι.
Ἡ ἐπιστήμη, ἡ ὅποια ἐπιστήμη, καί ἡ πρόοδος σέ ὅποιον τομέα γνώσης, καί σέ ὅποια τεχνολογική ἐφαρμογή, δέν εἶναι, δέν μπορεῖ νά εἶναι, δαιμονική. Δέν εἶναι, δέν μπορεῖ νά εἶναι, προμηθεϊσμός. Εἶναι ὑλοποίηση τῆς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ.
Εἶπε ὁ Θεός: «Αὐξάνεσθε καί πληθύνεσθε», καί τήν εὐλογία Του αὐτή, τήν γευόμαστε σέ ὅλο της τό μεγαλεῖο. Ἀλήθεια, τί τρομερό μεγαλεῖο, τί ἀνεξιχνίαστο μυστήριο σοφίας καί δύναμης Θεοῦ, κρύβει ὁ γενετικός κώδικας! Καί πρόσθεσε ὁ Θεός: «καί κατακυριεύσατε τῆς γῆς» (Γεν. 1,28) ! Καί, νά τη, ἡ κατακυρίευση! Ἡ ἀποκωδικοποίηση τοῦ γενετικοῦ κώδικα! Τί πιό μεγάλο; Καί τί θαυμαστό τό μεγαλεῖο τῆς ποικιλίας τῶν ἐφαρμογῶν τῶν ἠλεκτρονικῶν στήν πληροφορική! Εἶναι τόσες, πού εἶναι ἀδύνατο νά ἐξαριθμηθοῦν. Καί ὅλο αὐξάνουν. Ἁλματωδῶς. Καί σέ ἀριθμό ἐφαρμογῶν. Καί σέ ποιότητα.
Εὐλογία ἡ ἔρευνα. Εὐλογία ἡ γνώση. Εὐλογία ἡ κατάκτηση. Εὐλογία ἡ γνώση τῶν δυνατοτήτων πού προσφέρει.
3. Λοιπόν. Στήν θεωρία καλά πᾶμε. Στήν χρήση τά χαλᾶμε! Ἄλλο εὐλογία Θεοῦ, ἄλλο χρήση ἀπό τόν ἄνθρωπο. Ὑπάρχει χρήση καλή. Ἀλλά ὑπάρχει καί χρήση κακή.
Ὅμως. Ἡ κακή χρήση δέν ἔχει καμμιά σχέση μέ τήν εὐλογία. Εἶναι καρπός τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλά ἡ ἁμαρτία δέν γίνεται ποτέ ἀφορμή γιά ἀνάκληση εὐλογίας. Δέν κατάργησε ὁ Θεός τά ρόπαλα, ἐπειδή ὁ Κάϊν σκότωσε μέ ρόπαλο τόν ἀδελφό του. Οὔτε, ἐπειδή κάποιος ἔσφαξε μέ μαχαίρι, εἶναι ἐπικατάρατος ὅποιος ἔχει στό σπίτι του μαχαίρια. Ὁ Κάιν μέ τό ρόπαλο καί ὁ ὅποιος πού ἐκμεταλλεύεται τίς δυνατότητες τῆς πληροφορικῆς ἤ τά δεδομένα τῆς Γενετικῆς, ἔχουν τό ἴδιο ἠθικό ὑπόβαθρο καί τήν ἴδια εὐθύνη.
Συμπέρασμα-ἐπισήμανση.
Σημασία δέν ἔχει τόσο ἡ λεπτομέρεια τῆς χρήσης, ὅσο ἡ γενική θεώρηση: Ἡ ἐπιστήμη εἶναι εὐλογία. Αὐτή καθ' ἑαυτήν εἶναι εὐλογία. Δέν κάνει νά τῆς ἀλλάζωμε θεώρηση.
Ἡ χρήση εἶναι ἀτομική ὑπόθεση τοῦ καθ' ἑνός μας. Ἔκφραση προσωπικῆς τοποθέτησης. Ποιοτικά, τά ρόπαλα καί τά μαχαίρια διαφέρουν πολύ ἀπό τά κοπμιοῦτερ καί τίς μεταμοσχεύσεις, ἠθικά καί πνευματικά στίς κακές τους χρήσεις, διαφέρουν; Ὄχι δέν διαφέρουν.
Ἄς ἰδοῦμε καί τό σημεῖο αὐτό μέ ὑπομονή!
Β΄
Οἱ τεχνολογίες στίς σχέσεις τους μέ ἐμᾶς
1. Ἄς ἰδοῦμε τό πρόβλημα αὐτό, ὅπως τό θέτει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας. Λέγει: Οἱ τέχνες, οἱ ἐπιστῆμες, οἱ ἀνακαλύψεις, γενικά, καί οἱ ἐφαρμογές τους, πιό αἰσθητά, δέν ἐπιτρέπουν ἀμφιβολία ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐπί γῆς «τῆς ἀνωτάτω δόξης ἐκμαγεῖον καί τῆς θεοπρεποῦς ἐξουσίας εἰκών» (P.G. 69, 20 c).
Ἀποτέλεσμα ὅμως τῆς προόδου, εἶναι ὅτι, «ταῖς ἄγαν εὐημερίαις», ἀπό τά πολλά ἐπιτεύγματα, ὁ ἄνθρωπος κινδυνεύει, ἵνα «ἑτοιμότατα διολισθήσῃ εἰς τό οἴεσθαι τυχόν ἀπηλλάχθαι καί τῆς ἐξουσίας καί τῆς τοῦ Κρατοῦντος ὑπεροχῆς»: Δηλαδή· ὁ ἄνθρωπος κινδυνεύει – γοητευμένος ἀπό τίς ἐπιτυχίες του, νά ἀρχίσει νά ψάχνει νά βρῆ ἀφορμή - νά διολισθήση σέ ἕνα πνεῦμα-φρόνημα σάν τῶν ἀνθρώπων, πού προσπάθησαν νά δημιουργήσουν τόν πύργον τῆς Βαβέλ. Καί πράγματι, εὔκολα διολισθαίνει στό πνεῦμα-φρόνημα αὐτό, νά «οἴεται», ὅτι καί μπορεῖ καί ὀφείλει, νά ἀπαλλαγῆ ἀπό τήν ἐξουσία τοῦ Κρατοῦντος! Εἶναι χαρακτηριστικό τό παράδειγμα (καί τό πνεῦμα!) τῶν ἀνθρώπων, πού ἠθέλησαν νά δημιουργήσουν τόν πύργον τῆς Βαβέλ. Ἐξ ἴσου χαρακτηριστικό εἶναι τό πνεῦμα (καί τό πεῖσμα!) πού περιγράφει στίς ἡμέρες μας ὁ καθηγητής Μ. Δερτοῦζος στό βιβλίο του: Τί μέλλει γενέσθαι, σελ. 562. Νεαρά παιδιά ἐκεῖ ἀρνοῦνται μέ πεῖσμα νά δεχθοῦν τήν διαβεβαίωση τοῦ καθηγητῆ τους, ὅτι ἡ ἐπιστήμη, οὔτε ἐμποδίζει οὔτε ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τήν πίστη στόν Θεό. Τό ἴδιο πεῖσμα παντοῦ!
Ὅλα αὐτά ὁ πάνσοφος Θεός τά προεγνώριζε. Καί γι' αὐτό, «νόμον εὐθύς ἐδίδου», λέγει μέ ἔμφαση ὁ ἅγιος Κύριλλος, γιά νά περιθριγκώσει τόν ἄνθρωπο· νά μπορέσει νά σταθῆ στό σωστό πνεῦμα, στήν σωστή στάση ἔναντι τοῦ Θεοῦ.
2. Πῶς μᾶς περιθρίγκωσε ὁ Θεός;
Μέσα στόν παράδεισο, μαζί μέ ὅλα τά προορισμένα γιά χρήση, πού ἐτέθησαν στήν διάθεση, στήν βασιλική ἐξουσία τοῦ ἀνθρώπου, -βλέπομε καί δύο δένδρα πού δέν εἶναι γιά χρήση, ἀλλά καθορίζουν καί δίνουν κριτήρια. Τί ὡραιότερο; Τί πιό ἀνθρώπινο; Τί πιό ἐπιστημονικό;
Στό πρῶτο βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, στήν Γένεση (κεφ. 2,9 καί 2,16-17) διαβάζομε: «Ἐξανέτειλεν ὁ Θεός ἔτι ἐκ τῆς γῆς πᾶν ξύλον ὡραῖον εἰς ὅρασιν καί καλόν εἰς βρῶσιν· καί τό ξύλον τῆς ζωῆς ἐν μέσῳ τοῦ Παραδείσου· καί τό ξύλον τοῦ εἰδέναι γνωστόν καλοῦ καί πονηροῦ».
Δύο λοιπόν δένδρα «ἐξανέτειλεν» ὁ Κύριος στόν Παράδεισο. Τό ἕνα κοντά στό ἄλλο. Τό ξύλο τῆς ζωῆς· καί τό ξύλο τοῦ γινώσκειν καλόν καί πονηρόν. Καί ἔδωκε ἐντολή καρπό ἀπό τό ξύλο «τοῦ γινώσκειν καλόν καί πονηρόν», νά μήν φᾶνε.
3. Γιατί ὅμως; Γιατί;
Πολλοί λένε, ὅτι μέ τήν παράβαση τῆς ἐντολῆς ἄνοιξε ὁ δρόμος τῆς γνώσης· ὅτι ἡ παράβαση ἦταν εὐλογία. Ὅμως. Ὅποιος δέχεται τήν ἐκδοχή αὐτή, βλέπει τήν γνώση σάν προμηθεϊσμό· νά στρέφεται κατά τοῦ Θεοῦ!
Ἡ ἐκδοχή αὐτή φαίνεται ἔξυπνη. Ἀλλά δέν εἶναι. Εἶναι ἁπλουστευτική καί ἁπλοϊκή.
Ἡ ἐκδοχή αὐτή δέν εἶναι καινούργια. Τήν ἐγνώριζε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ἀλλά τήν ἀπορρίπτει. Κατηγορηματικά. Λέγει: «Πολλοί λέγειν ἐπιχειροῦσιν, ὅτι μετά τήν βρῶσιν τοῦ καρποῦ τοῦ ξύλου τήν γνῶσιν ἔσχεν ὁ Ἀδάμ τοῦ διακρίνειν τό καλόν καί τό χεῖρον»· καί ὅτι χωρίς τήν παράβαση ὁ ἄνθρωπος θά ἔμενε σέ νοητική στασιμότητα· σάν προβατάκι! Τήν ἄποψη αὐτή ὁ ἅγιος Ἰωάννης τήν ἐμπαίζει. Λέγει: «τοῦτο τῆς ἐσχάτης ἄν εἴη ἀνοίας» (P.G. 53, 132) ! Δηλαδή: Ἡ ἄποψη αὐτή εἶναι ἕνας ἐξωφρενισμός· βλακεία· ἀγραμματοσύνη. Ἡ βρώση τοῦ καρποῦ τοῦ δένδρου ἐκείνου δέν ἄνοιξε τόν δρόμο τῆς γνώσης. Ἄλλον δρόμο ἄνοιξε! Ποῖον;
Ἐπεξηγεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης: «Διά τοῦτο οὖν ἡ θεία Γραφή ὠνόμασε καί τό ξύλον τοῦτο, ξύλον "τοῦ εἰδέναι γνωστόν καλοῦ καί πονηροῦ", ἐπειδή περί αὐτό ἦν ἡ παράβασις καί ἡ φυλακή τῆς ἐντολῆς» (P.G. 53, 133). Δηλ. μέ τήν παράβαση τῆς ἐντολῆς ἐκείνης τοῦ Θεοῦ δέν ἄνοιξε ὁ δρόμος τῆς κατάκτησης τῆς γνώσης, πού τάχα ἀλλιῶς δέν θά ἄνοιγε. Ἄλλος δρόμος ἄνοιξε. Ὁ δρόμος τῆς ἀπομάκρυνσης ἀπό τόν Θεό. Ὁ δρόμος τῆς ἐπιδίωξης τοῦ ἀνθρώπου νά ἐξομοιωθῆ μέ τόν Θεό σέ γνώση· καί νά γίνει - ὅπως ἔλεγε ὁ Hegel - «ἕνα αὐτο-απειροποιούμενο πνεῦμα» (=κορύφωση τοῦ προμηθεϊσμοῦ) (D. Bell, Ὁ πολιτισμός τῆς μεταβιομηχανικῆς Δύσης, ἑλλ. μετ., σελ. 196).
Ποιός ἦταν ὁ σκοπός τῆς ἐντολῆς; Νά καταλάβει ὁ ἄνθρωπος, «ὡς ὑπό δεσπότην ἐστίν». Καί ὅτι τό δένδρο ἐκεῖνο ἦταν γυμνασία· ὄχι γνώσης, ἀλλά ὑπακοῆς καί παρακοῆς (P.G. 53, 133). Μέ ἄλλα λόγια, ἡ αἴσθηση, ἡ ἐπίγνωση ὅτι ὁ Θεός εἶναι Θεός Κύριος Δεσπότης καί ἐμεῖς ὑπό, ἔστω καί λίγο ἀλλά πάντως ὑπό, εἶναι τό κριτήριο πού πρέπει νά διέπει τήν σχέση μέ τόν Θεό.
4. Στήν παράβαση τῆς ἐντολῆς ὁ ἄνθρωπος δέν ἐνήργησε οὔτε μέ βάση τό κριτήριο τῆς σχέσης μέ τόν Θεό, οὔτε μέ κριτήρια γνωσιολογικά προσδιορισμένα, ἀλλά μέ βάση μιά ἄλλου τύπου ἀναζήτηση, μία εὐδαιμονιστικοῦ τύπου βιωματική ἀναζήτηση. Ἐπιθύμησε νά γίνει σάν Θεός· νά προσδιορίζει μόνος του, αὐτόνομα, τήν χαρά του καί τήν εὐτυχία του, μέ βάση δικές του προτιμήσεις καί ἐπιλογές· δικά του κριτήρια· πού τά δημιούργησε ὁ ἴδιος· μόνος του. Καί τόν ὁδηγοῦν μέ μαθηματική ἀκρίβεια στόν ἡδονισμό καί στήν ἀκολασία. Ἀλλά στήν ἐπιλογή του αὐτή «ὁ Ἀδάμ ἐψεύσθη»· δηλ. τήν ἐπάτησε! «Καί Θεός, ἐπιθυμήσας, οὐ γέγονεν» (τροπάριον Εὐαγγελισμοῦ).
Ἔγινε ὅμως κάτι ἄλλο, πολύ σοβαρό· ἀπόκτησε ἐμπειρία τοῦ κακοῦ· «ἔλαβεν αἴσθησιν τῆς ἐκπτώσεως (ἀπό) τῆς δόξης (τοῦ Θεοῦ), ἧς πρό τῆς βρώσεως ἀπέλαυε» (Κύριλλος, P.G. 53, 132).
Τί ὅμως σημαίνει ἀπόκτησε ἐμπειρία τοῦ κακοῦ;
Τό ἑβραϊκό πρωτότυπο, ὅπου ἡ ἑλληνική μετάφραση τῶν Ο΄ χρησιμοποιεῖ τό «εἰδέναι γνωστόν», ἔχει τό ρῆμα γιαδά. Τό ρῆμα γιαδά δέν σημαίνει γνώση ἐγκεφαλική, λογική, ἐπιστημονική, ἀλλά μιά διαφορετικοῦ τύπου ἐμπειρία. Τήν ἔννοιά της τήν καταλαβαίνομε καλά στήν διατύπωση: «Ἀδάμ δέ ἔγνω Εὔαν τήν γυναῖκα αὐτοῦ· καί συλλαβοῦσα ἔτεκε» (Γεν. 4,1). Ἐκεῖνο τό «ἔγνω», δέν ἔχει καμμία σχέση μέ γνώση ἐγκεφαλική. Τό γιαδά σημαίνει: ἐπιλέγω: ἀγαπάω· λαχταρῶ· ἀπολαύω· κάνω αὐτό πού «γινώσκω» περιεχόμενο τῆς ζωῆς μου· ταυτίζομαι. Συνουσιάζομαι. Κάπως ἔτσι, δηλ. μέ δικές του «ἀναζητήσεις» καί μέ δικά του κριτήρια, γινώσκει ὁ ἄνθρωπος τό καλό καί τό κακό. Μέ μία «γυμνασία ὑπακοῆς καί παρακοῆς» (P.G. 53, 133)· πού δέν εἶναι μία λογική ἐπεξεργασία· ἀλλά μία κυριολεκτικά τραγική πάλη, στήν ὁποία κυρίαρχο ρόλο παίζει ἡ βούληση· μέ βάση κριτήρια ἐξωλογικά.
Ἐπιβάλλεται νά παρατηρήσωμε, ὅτι κυττάζοντας τόν καρπόν τοῦ ξύλου τῆς γνώσεως ἡ Εὔα τοῦ εὑρῆκε τρεῖς ἰδιότητες, ἀπό τίς ὁποῖες καμμιά-μά καμμιά, δέν ἔχει σχέση οὔτε μέ γνώση ἐγκεφαλική, οὔτε μέ λογική πρόσληψη πού δέν ὑπῆρχε πρίν, οὔτε μέ τήν πίστη.
Εὑρῆκε ὅτι ὁ καρπός εἶχε τίς ἑξῆς ἰδιότητες: ἦταν «καλός εἰς βρῶσιν· ἀρεστός τοῖς ὀφθαλμοῖς ἰδεῖν καί ὡραῖος τοῦ κατανοῆσαι». Μέ τί κριτήρια; Αἴσθηση, συναίσθημα, αἰσθητική (=γεύση, γοῦστο, ὀμορφιά)· πράγματα ἐξωλογικά. Καί πράγματι, ἡ Εὔα προέβη στήν ἐπιλογή τῆς παρακοῆς, ἀφοῦ παραμέρισε τά κριτήρια πού τῆς εἶχε θέσει ὁ Θεός, καί ἐπέλεξε γιά τόν ἑαυτό της ἄλλα. Ἐπαναλαμβάνω. Ἄφησε τήν ἀλήθεια, τήν γνώση, τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ· καί δέχθηκε σάν κριτήρια τήν αἴσθηση, τό συναίσθημα καί τήν αἰσθητική (γεύση, γοῦστο, ὀμορφιά), πράγματα ἐντελῶς ἐξωλογικά.
5. Γιατί ὁ Θεός ἔδωκε στόν ἄνθρωπο τήν ἐντολή αὐτή; Καί ἀπαντᾶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης (P.G. 53,115): Γιά ἕνα καί μόνο λόγο· γιά νά τόν βοηθήσει νά καταλάβει, ὅτι χρειάζεται νά κάνει μέσα του μίαν ἱεράρχηση, μία ἔλλογη ἐπιλογή, μέ βάση κάποια κριτήρια· καί νά μήν ἀφήνει νά τόν παρασύρουν ἀφελεῖς ἐνθουσιασμοί, σάν καί ἐκεῖνον πού γοήτευσε τόν Ἀδάμ· καί ὅτι κύριο κριτήριο στίς τοποθετήσεις καί ἐπιλογές του, πρέπει νά εἶναι ἡ σχέση μέ τόν Θεό. Αὐτή ἡ σχέση δίνει στόν ἄνθρωπο σταθερά ἀντικειμενικά κριτήρια.
Ὁ ἄνθρωπος παντοῦ καί πάντοτε πρέπει νά φροντίζει, νά τό ἔχει βαθειά μέσα του, νά τό ζῆ, νά τό βιώνει «ὅτι ὑπό Δεσπότην ἐστί» (P.G. 53,115)· καί ὅτι ὁ Θεός εἶναι ΟΝ· ἤ μᾶλλον Ο ΩΝ. Εἶναι ὅμως ἄλλης ὑφῆς, ἄλλης φύσης. Ἄναρχος, ἀόρατος, ἄφθαρτος, ἀπερινόητος, ἀκατάληπτος. Ἄκτιστος. Φύση καί οὐσία ἐντελῶς διαφορετική ἀπό αὐτές πού ξέρομε. Ἐπάνω καί ἔξω ἀπό κάθε δυνατότητα ἔρευνας ἐκ μέρους τοῦ ἀνθρώπου μέ τίς κατηγορίες τῶν ἐπιστημῶν πού ξέρει. Καμμιά ἐπιστήμη δέν ὁδηγεῖ στόν Θεό. Καί καμμιά δέν ὁδηγεῖ μακριά Του. Δηλαδή. Στίς θρησκευτικές, ἠθικές, βιωματικές ἐπιλογές του καί τοποθετήσεις του ὁ ἄνθρωπος ὁδηγεῖται νομοτελειακά. «Ἐθελοντής διανεύει ἕκαστος ἐπί τῷ προσκρούειν τῷ Θεῷ» (P.G. 69, 24A), ὅπως λέγει ἀποφαντικά ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας· καί συμφωνεῖ τόσο ξεκάθαρα μαζί του ὁ Μιχ. Δερτοῦζος, στήν συζήτηση, πού ὑπενθυμίσαμε πιό πάνω.
Συμπεράσματα. Τί πρέπει νά γίνει;
Ἀξιοπρόσεκτη εἶναι καί ἡ ἀκόλουθη διασάφηση τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου.
Ἡ ἁγία Γραφή λέγει, ὅτι ὁ Θεός «ἔθετο», ἔβαλε τόν Ἀδάμ στόν Παράδεισο. Ὅμως ὁ Παράδεισος δέν εἶχε οὔτε φυσικό-ὑλικό φράχτη, οὔτε κἄν πνευματικό. Οὔτε εἶχε καμμιά διαφορά ἀπό τήν ὑπόλοιπη γῆ. Τό «ἔθετο» ἔχει τήν ἔννοια: τοῦ ἔδωσε ἐντολή νά διάγει ἐκεῖ· νά κάμει κέντρο τῆς ζωῆς του τά δύο δένδρα, πού εὑρίσκοντο στό μέσο τοῦ Παραδείσου.
Ὅμως, γιά ποιό λόγο; Γιά νά τό συνειδητοποιεῖ ὅλο καί πιό πολύ, ὅτι πρώτη του ἐπιλογή ἔπρεπε λογικά νά εἶναι ἡ διαβίωσή του κοντά στά δύο αὐτά δένδρα· πού λογικά καί κανονικά ἡ θέα τους ἔπρεπε νά τοῦ θυμίζουν, ὅλο καί πιό πολύ: τό μέν ξύλο τῆς ζωῆς, ὅτι ἡ πρώτη του προτεραιότητα πρέπει νά εἶναι ἡ ζωή καί ἡ ποιότητα ζωῆς· τό δέ ξύλο τοῦ γινώσκειν καλόν καί πονηρόν, ὅτι χρειάζεται νά ἐνεργεῖ, ὄχι ἀνάλογα μέ ἐντυπώσεις καί συναισθήματα, ἀλλά μέ βάση τά σταθερά κριτήρια πού τοῦ ἔθεσε ὁ Θεός. Καί συμπεραίνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ἐπιγραμματικά: «Ζήτημα μέγιστον ἡμῖν ἐντεῦθεν τίκτεται» (P.G. 53,109). Δηλαδή. Νά θέμα, στό ὁποῖο ἀξίζει νά ἀφιερώσει κανείς λίγη φαιά οὐσία!
Γιά νά ἰδεῖ τί; Νά καταλάβει τί;
1. Ἡ ἐπιστήμη δέν εἶναι προμηθεϊσμός! Δέν εἶναι ἀντίθεη· οὔτε ἄθεη. Εἶναι εὐλογία. Σέ ὅλη της τήν ἔκταση. Καί δέν πρέπει νά τήν ἀφήνωμε ἐμεῖς νά ἐκφυλίζεται σέ προμηθεϊσμό.
2. Ἡ ἐπιστήμη σάν ἐπιστήμη εἶναι εὐλογία. Καί οἱ ἀνακαλύψεις καί οἱ ἐφαρμογές τους εἶναι εὐλογία. Ἡ ἐπιστήμη δέν εἶναι οὔτε ancillatheologiae, οὔτε dominaomnium (Δέσποινα καί κυρία τῶν πάντων) ! Ἡ ἀντιπαλότητα ἀνάμεσα σέ πίστη καί ἐπιστήμη ὀφείλεται σέ λάθος θεώρηση θέσης, ἀποστολῆς, ἁρμοδιοτήτων, ὁρίων. Π.χ. 1633 δικαστήριο Ἱερᾶς Ἐξέτασης δικάζει τόν Γαλιλαῖο.
3. Ἐπιδίωξη τῆς ἐπιστήμης καί τῆς ἐφαρμογῆς της εἶναι ἡ ζωή· καί μάλιστα μιά ποιότητα ζωῆς. Ἡ ἀπόγευση τοῦ ξύλου τοῦ εἰδέναι γνωστόν καλοῦ καί πονηροῦ δέν ἔχει καμμιά σχέση, οὔτε μέ τήν γνώση, οὔτε μέ τήν ἐπιστήμη. Εἶναι ἀποκλειστικά καί μόνο ἠθικῆς διάστασης βουλητική ἐνέργεια, ἀλλά ποτέ προσέγγισης τῆς ἀλήθειας. Ἔτσι ταυτισμένοι μέ τό κακό μποροῦν νά βρεθοῦν ἐξ ἴσου καί ἐπιστήμονες καί ἁπλοῖ ἄνθρωποι. Οἱ ἐπιστήμονες, σάν ἐπιστήμονες, δέν εἶναι οὔτε πιστοί, οὔτε ἄθεοι.
Πότε θά μάθωμε «μή ὑπερφρονεῖν παρ' ὅ δεῖ φρονεῖν, ἀλλά φρονεῖν εἰς τό σωφρονεῖν, ἑκάστῳ ὡς ὁ Θεός ἐμέρισεν»; (Ρωμ. 12,3) καί «ἵνα μή εἷς ὑπέρ τοῦ ἑνός φυσιοῦται κατά τοῦ ἑτέρου» (Α΄ Κορ. 4,6);
4. Πρέπει λοιπόν νά κάνωμε τίς ἐπιλογές μας, μέ βάση τά κριτήρια πού μᾶς ἔδωκε ὁ Θεός. Καί ἐπεξηγοῦμε:
Στόν Παράδεισο ὑπῆρχαν δύο ξύλα ἤ δένδρα. Τό ξύλον τοῦ «εἰδέναι» τῆς γνώσης· καί τό ξύλον τῆς ζωῆς.
Γιά τό ξύλο τῆς ζωῆς δέν μᾶς ἐδόθη καμμία ἐντολή.
Μᾶς ἐδόθη μόνο ἡ ὁδηγία, ὅτι πρέπει νά ἀποτελεῖ τό κέντρο τῆς ζωῆς μας· ὅτι πρέπει ζωή μας, νοῦς μας, αἴσθησή μας νά στρέφωνται ὅλο καί πιό πολύ γύρω ἀπό αὐτό. Αὐτό τό μυστικό νόημα τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς ταυτίζεται μέ τόν πόθο τῆς ἐπιστήμης νά δημιουργεῖ προϋποθέσεις γιά ποιότητα ζωῆς!
Τί ὅμως εἶναι τό ξύλο αὐτό, τό ξύλο τῆς ζωῆς;
Ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία ἀπαντᾶ:
Χριστός ἐστί τό ξύλον τῆς ζωῆς. (Παρακλητική, ἦχος βαρύς, μακαρισμοί τρ.α΄). Καί μαζί του ὅλα ὅσα εἶναι τοῦ Χριστοῦ: Σταυρός, Χάρις, Ἔλεος, Σῶμα Του, Αἷμα Του, κ.ο.κ.. Γιατί μέ ὅλα αὐτά καί ἀπό ὅλα αὐτά προχέεται ζωή.
Καί «προτίθεται», τοποθετεῖται ἐνώπιόν μας, - εἴτε εἴμαστε σοφοί καί ἐπιστήμονες, εἴτε ὄχι, - γιά μιά ἀπόλυτα δική μας ἐπιλογή· γιά μιά ἐπιλογή:
Μία ἀπό τίς βασικώτερες δωρεές τοῦ Χριστοῦ σέ μᾶς, εἶναι ἡ ἐλευθερία πού μᾶς ἔδωκε, νά Τόν ἀγαπᾶμε καί νά Τόν ἀκολουθοῦμε, μόνο ὅταν τό θέλωμε, καί νά Τόν ἀρνούμαστε καί νά Τόν μισοῦμε, ὅταν τό θέλωμε. Ἐπικυρώνει ἔτσι ὁ Χριστός τά τόσο φιλόσοφα λόγια τοῦ ἁγίου Κυρίλλου: «Ἐθελοντής διανεύει ἕκαστος ἐπί τῷ προσκρούειν τῷ Θεῷ». Μέ δική του ἐπιλογή. n