ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ (Μαρκ. 8, 34 – 9, 1)
†ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ
(Διασκευή ομιλίας στο Θεσπρωτικό, στις 16/9/1990)
1. Η αξιοποίηση της ζωής μας
Το σημερινό Ευαγγέλιο μας μίλησε για το πώς ακολουθούμε τον Χριστό και τι πρέπει να κάνουμε για την ψυχή μας. Μας είπε: «Όποιος θέλει να σώσει την ψυχή του στη ζωή αυτή, θα την χάσει. Και όποιος αφήσει να την χάσει σ’ αυτή τη ζωή, θα την κερδίσει για πάντα». Τι θέλει να πει με τα λόγια αυτά ο Χριστός; Τα εξής απλά πράγματα:
Εκείνος που θέλει εδώ στη γη, να αξιοποιήσει τη ζωή του, να την κερδίσει, να μην την αφήσει «να πάει χαμένη», διασκεδάζοντας, τρώγοντας, πίνοντας, αυτός θα χάσει την ψυχή του. Και εκείνος που θα δεχθεί «να καταστρέψει τη ζωή του», όπως λένε μερικοί άνθρωποι, αυτός θα την κερδίσει. Πότε ένας άνθρωπος νομίζει ότι κέρδισε τη ζωή του;
Όταν καταφέρνει να μαζεύει χρήματα. Όταν έχει την δυνατότητα να διασκεδάζει. Τότε λένε οι άλλοι: «Αυτός την έζησε τη ζωή του. Την χόρτασε. Την γλέντησε. Την κέρδισε». Αν μάλιστα κατορθώσει και κάνει και καμιά μεγάλη επίγεια προκοπή… Ε, τότε πια όλοι τον χειροκροτούν. «Αυτός είναι κερδισμένος άνθρωπος», λένε. «Από όλες τις πλευρές. Μπράβο του, μπράβο του».
Όμως ο Χριστός αξιολογεί τα πράγματα διαφορετικά, γιατί μας λέει: «Όποιος προσπαθήσει να κερδίσει τη ζωή του μ’ αυτό τον τρόπο, θα χάσει την ψυχή του. Θα την καταστρέψει».
Πριν λίγα χρόνια ζούσε ένας πάμπλουτος άνθρωπος. Σ’ όλο τον κόσμο κουβέντιαζαν γι' αυτόν. Πέρασε τη ζωή του γλεντώντας και διασκεδάζοντας. Ό,τι επιθυμούσε το είχε. Στην ψυχή του τι σημασία έδινε; Καμία. Αλλά ήλθαν οι δυστυχίες. Πεθαίνει το παιδί του. Και τότε γίνεται ο πάμπλουτος και γεμάτος χαρά και διασκέδαση, ένα κουρέλι. Τον ρωτούν οι δημοσιογράφοι, τι έχει να πει για τη ζωή του. Απαντάει: «Αισθάνομαι ότι είμαι ο πιο φτωχός άνθρωπος στον κόσμο». Τι του είχε προσφέρει ο πλούτος; Η διασκέδαση; Η χαρά; Απολύτως τίποτε. Μήπως κέρδισε τη ζωή του; Όχι. Είχε μείνει ο πιο ο φτωχός άνθρωπος στον κόσμο. Γιατί; Για τον απλούστατο λόγο: Ο άνθρωπος δεν είναι μόνο σάρκα. Είναι και ψυχή. Η ψυχή δεν χορταίνει με κείνα που χορταίνει η σάρκα. Αντίθετα! Με εκείνα πεθαίνει.
Όταν λοιπόν έφυγε η απάτη του κόσμου, η απάτη του πλούτου και της διασκέδασης και ήλθε ένας συγκλονισμός, τον έκανε να στρέψει το μάτι από τα «έξω» προς τα «μέσα», και να αναρωτηθεί: «Τώρα, τι μου χρειάζονται αυτά που έχω»; Αισθάνθηκε ότι δεν έχει απολύτως τίποτε, και είπε: «Είμαι ο πιο φτωχός άνθρωπος του κόσμου».
2. Κερδισμένος σε γη και ουρανό
Βέβαια ένας άνθρωπος, στην ηλικία των δεκαοχτώ και είκοσι χρονών, σφύζει από ζωή. Είναι στις τρέλλες του. Πραγματικά. Όπως και να το κάνεις, να κλωτσήσει τη μπάλλα θέλει, να τραγουδήσει, να αστειευτεί, να τσακωθεί. Και πολύ περισσότερο τον σπρώχνει η νεότητα του σε άλλες αμαρτίες που γοητεύουν. Αυτονόητα πράγματα. Αλλά έρχεται η ψυχή και φωνάζει: «Όχι παιδί μου. Ο άνθρωπος με τέτοια πράγματα διαλύεται. Συγκρατήσου, πρόσεξε. Αν ακολουθήσεις τέτοια πορεία, μια ημέρα θα ναυαγήσεις πνευματικά».
Υπάρχει άνθρωπος που δεν το καταλαβαίνει αυτό, από μικρό παιδί; Όλοι το καταλαβαίνουμε. Όποιος λοιπόν πει στον εαυτό του: «Κάνε κράτει, Γιάννη, Δημήτρη, Κώστα. Πρόσεχε», φτάνει σε μια καλή πνευματική κατάσταση που αγωνίζεται σωστά και διατηρεί τον εαυτό του, έντιμο ενώπιον του Θεού.
Προσέξατε, μας λέγει ο Χριστός. Μη γοητευθείτε και δελεαστείτε από εκείνα που φαίνονται όμορφα και διασκεδαστικά, αλλά φτωχαίνουν τον άνθρωπο. Κρατείστε αντίσταση και αγωνιστείτε εναντίον τους. Και τότε, θα διατηρήσετε τον εαυτό σας πνευματικά καλά.
Ήταν ένας νεαρός δεκαοχτώ χρονών. Τον λέγανε Αντώνιο. Είχε πλούτη πολλά. Τα σκόρπισε όλα. Τα έδωσε ελεημοσύνες. Και έγινε ασκητής. Έζησε εκατόν πέντε χρόνια. Πώς έζησε; Νηστεύοντας, προσευχόμενος, με εγκράτεια και με ταπείνωση. Όσο μπορούσε καλύτερα αφοσιωμένος στο Θεό.
Ας φανταστούμε τώρα, μια παρεούλα ανθρώπων της εποχής του, που κάθονταν σε μια ταβερνούλα και κουτσόπιναν. Τι θα λέγανε γι' αυτόν;
-Κρίμα το παιδί. Ο πατέρας του τού άφησε τόσα χρήματα. Και αυτός κουκούτσι μυαλό δεν είχε. Τα πέταξε και να, κάθεται στη σπηλιά του ή στο μοναστηράκι του, στην άκρη του κόσμου. Προσεύχεται και νηστεύει. Ζωή είναι αυτή;
Αλλά αυτός ο Αντώνιος, έγινε ο μέγας άγιος, Αντώνιος. Από τότε μέχρι σήμερα τιμάται και δοξάζεται από τον Θεό και από τους ανθρώπους. Τι κέρδισε ο άγιος Αντώνιος σ’ αυτή την επίγεια ζωή;
Ο πάμπλουτος άνθρωπος που είπαμε πριν, αφού διασκέδασε και γλέντησε λιγάκι, όταν πέθανε το παιδί του, γέμισε η ψυχή του φαρμάκι. Μετά λίγα χρόνια, πέθανε καταφαρμακωμένος. Δυστυχισμένος. Ο άγιος Αντώνιος από την ημέρα που αφιερώθηκε στο Θεό, δεν τον είδε κανείς ποτέ σκυθρωπό. Ήταν πάντοτε γαλήνιος, ήρεμος και χαρούμενος. Υπάρχει άνθρωπος στον κόσμο που δεν θα προτιμούσε να είναι ήρεμος, γαλήνιος και χαρούμενος, από το να πίνει, να τρώει και να έχει οποιαδήποτε άλλη διασκέδαση; Δεν είναι η χαρά της ψυχής η εσωτερική, πολυτιμότερη από την ηδονή του σώματος;
3. Το φρόνημα των αγίων
Γιατί ψάχνουμε για την διασκέδαση, για την ηδονή του σώματος; Μήπως και βρούμε λίγη χαρά; Δηλαδή για την εσωτερική χαρά ψάχνουμε. Παρανοημένα βέβαια. Όταν όμως ο άνθρωπος καταλάβει πού βρίσκεται και πώς την βρίσκει την αληθινή χαρά, τότε την κλωτσάει την ευχαρίστηση την εξωτερική, του σώματος. Και όχι μόνο την κλωτσάει, αλλά προτιμάει και να βασανιστεί και να υποφέρει για να μη χάσει την εσωτερική χαρά.
Παράδειγμα: Η αγία οσιοπαρθενομάρτυς Παρασκευή. Συνελήφθη από τους ειδωλολάτρες. Και την ανακρίνουν.
-Πώς σε λένε;
-Παρασκευή.
-Πού το βρήκες τέτοιο όνομα;
-Γεννήθηκα ημέρα Παρασκευή, γι' αυτό με βαφτίσανε έτσι.
-Είσαι καλή κοπέλα και όμορφη. Αρνήσου τον Χριστό και θα σου δώσουμε πλούτη και χαρές.
-Δεν γίνεται τέτοιο πράγμα. Έχω χαρά. Δεν μου χρειάζεται περισσότερη.
Αρχίζουν τα βασανιστήρια. Δεν υποχωρεί με κανένα τρόπο. Γιατί δεν υποχωρεί; Δεν πονούσε; Πονούσε και παραπονούσε.
Ένα μάρτυρα τον είχαν βάλει στη φωτιά και τον σιγόκαιγαν. Αυτός χαμογελούσε. Του λέει ένας:
-Τι γελάς; Για γέλια είναι αυτά που παθαίνεις;
Απάντησε:
-Άνθρωπος είμαι και εγώ. Από την κάποια μάνα γεννήθηκα, όπως και σεις. Ίδια σάρκα έχω. Εξ’ ίσου με σας πονάω. Αλλά γελάω με τα δικά σας κατάντια. Που με βασανίζετε νομίζοντας πως κάτι θα κάνετε. Και εγώ να το ξέρετε χαίρω, γιατί σκέπτομαι ότι με αυτό το βάσανο, μ’ αυτό το κάψιμο που μου κάνετε τώρα, θα ξεφύγω το αιώνιο κάψιμο της κολάσεως. Γι' αυτό γελάω.
Τα παραδείγματα των αγίων μας, μας ωφελούν και μας διδάσκουν πολύ. Οι άνθρωποι νόμιζαν ότι έχασαν τη ζωή τους σ’ αυτό τον κόσμο. Αλλά κέρδισαν εκείνη τη ζωή, την αληθινή, κοντά στο Χριστό.
4. Η πτώση και η ανάκληση
Ο Χριστός, ήλθε στη γη για ποιό λόγο; Είχαν κάνει, ο προπάτοράς μας Αδάμ και η προμητέρα μας Εύα ένα μεγάλο λάθος. Νόμισαν πως το να ακολουθούν το μυαλουδάκι τους και να κάνουν ό,τι τους καπνίσει, ό,τι οι ίδιοι νομίζουν σωστό, είναι χαρά και ευτυχία. Και έτσι κλώτσησαν την εντολή του Θεού, που τους είχε πει: «μην τρώτε από αυτό», και έφαγαν.
Αλλά δεν έγιναν ευτυχισμένοι. Έγιναν δυστυχισμένοι. Από πού φάνηκε η δυστυχία τους; Από την πρώτη στιγμή. Όταν άκουσαν τον Θεό να περπατάει στον Παράδεισο, λύγισαν τα γόνατά τους. Έτρεξαν και κρύφτηκαν. Φωνάζει ο Θεός:
-Αδάμ, Αδάμ, πού είσαι;
Όταν χτυπάει η καμπάνα, αυτό συμβολίζει η φωνή της. Φωνάζει ο Θεός στον καθένα μας:
-Αδάμ, Αδάμ, που είσαι; Έλα εδώ που σε θέλω. Έλα εδώ να κουβεντιάσουμε. Έλα να σταθείς μπροστά μου. Έλα να προσευχηθείς.
Ο προπάτοράς μας Αδάμ κρύφτηκε. Τέλος πάντων, τον ξετρύπωσε ο Θεός.
-Γιατί κρύφτηκες Αδάμ;
Γιατί κρύβεται το παιδί σου από σένα καλέ μου άνθρωπε, όταν γυρίζεις στο σπίτι; Γιατί έκανε κάτι κακό. Και μέσα στην απλότητα του, σε ντρέπεται. Ντρέπεται ο ένοχος.
Λέει ο Θεός στον Αδάμ:
-Τι έκανες και με ντρέπεσαι και κρύβεσαι; Μήπως έφαγες;
Άρχισε ο Αδάμ τις δικαιολογίες.
-Η Εύα με απάτησε.
Και η Εύα:
-Ο όφις με απάτησε.
Αυτό έκανε ο Αδάμ αντί να αρχίσει τις μετάνοιες και να ζητήσει το έλεος του Θεού. Και το κακό προχωρούσε και ερχόταν η μια αμαρτία πάνω στην άλλη και η μια δικαιολογία πάνω στην άλλη. Δηλαδή το να δικαιολογούμεθα για τις αμαρτίες μας, είναι προπατορική αρρώστια.
Αλλά ο Θεός από ευσπλαγχνία για τον άνθρωπο, έστειλε τον μονογενή Του Υιό στον κόσμο να μας θεραπεύσει. Πώς μας θεράπευσε ο Χριστός; Υποφέροντας αυτός για μας. Την τιμωρία που έπρεπε να πάρουμε εμείς, για τις αμαρτίες μας, την πήρε εκείνος. Ανέβηκε στο Σταυρό και έχυσε το αίμα Του. Το αίμα Του το μάζεψε η Εκκλησία, το μαζέψαμε στο άγιο Ποτήριο.
Μας λέει ο Χριστός: Εγώ σταυρώθηκα, εις άφεσιν αμαρτιών σας. Πάρτε λοιπόν και φάτε το σώμα μου, για να συγχωρηθούν οι αμαρτίες σας. Πιέτε και το αίμα μου, για να καθαριστείτε από τις αμαρτίες σας, και να γίνετε άξιοι της Βασιλείας του Θεού. Για να μπορείτε να σώσετε την ψυχή σας, έστω και αν έχετε κάνει εις βάρος της πράξεις που θα είσαστε άξιοι να την χάσετε.
Γι' αυτό αγαπητοί μου αδελφοί, χρέος των ορθοδόξων χριστιανών, είναι όταν χτυπάει η καμπάνα και φωνάζει ο Θεός, «Αδάμ, Αδάμ που ει;», να «βγαίνουμε» από τις ασχολίες μας, και να πηγαίνουμε στην Εκκλησία. Και εκεί να λέμε: «Κύριε, εγώ αμάρτησα, τα λάθη μου είναι δικά μου. Δεν μου φταίει κανένας άλλος».
Είπε ο Χριστός: Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του και ας σηκώσει το Σταυρό του. Σταυρός για μας είναι ο κόπος να κυριαρχήσει σε αυτό που λέγεται Νικόλαος, Γιάννης, Μαρία, ο Χριστός και το συμφέρον της ψυχής μας. Και γι' αυτό πρέπει να κάνουμε έναν ήρεμο αλλά ηρωικό αγώνα, για να κόψουμε εκείνα που μας υποδουλώνουν στα κτίσματα, στον εαυτό μας, στη σάρκα μας, στα πάθη μας, για να μείνουμε ελεύθεροι να μπορούμε να πηγαίνουμε «οπίσω του Χριστού». Αμήν.-